10 Φεβ 2009

Με αφορμή το ψήφισμα της “Πρωτοβουλίας Γονέων και Αποφοίτων Αγγλικής Σχολής”


Φεβρουάριος 2009

Πλατφόρμα Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων εκπαιδευτικών
ΕΝΩΜΕΝΗ ΚΥΠΡΟΣ
[ Ελληνοκυπριακό τμήμα ]

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ

Καταρχάς θα θέλαμε να χαιρετίσουμε το ήπιο ύφος και την αναγνώριση κάποιων βασικών αρχών, όπως η πολυπολιτισμικότητα, στο ψήφισμα της “Πρωτοβουλίας Γονιών και Αποφοίτων της Αγγλικής Σχολής”. Επειδή όμως η Πρωτοβουλία φαίνεται να συνεχίζει να αντιτάσσεται στον εκσυγχρονισμό της Αγγλικής Σχολής και στις αναγκαίες μεταρυθμίσεις, που προκύπτουν από το γεγονός της μαζικής παρουσίας Τουρκοκυπρίων μαθητών, θεωρούμε ότι πρέπει να απαντήσουμε στην ουσία των ζητημάτων που θέτει.
Στην όλη προσέγγισή της η Πρωτοβουλία υποπίπτει σε μια θεμελιώδη αντίφαση. Από τη μια αποδέχεται τον πολυπολιτισμικό χαρακτήρα της Αγγλικής Σχολής, όπως αυτός επαναδιαβεβαιώθηκε τα τελευταία τέσσερα χρόνια, και από την άλλη ζητά στην ουσία εφαρμογή πρακτικών που αρμόζουν σε μονοκοινοτικό σχολείο. Πολυπολιτισμικότητα σημαίνει σεβασμός στη διαφορετικότητα, σημαίνει αρμονική συνύπαρξη των διαφόρων εθνοτικών και πολιστικών κοινοτήτων χωρίς μια από αυτές, έστω πλειοψηφική, να καθορίζει την κανονικότητα. Δεν νοείται πολυπολιτισμικότητα και ταυτόχρονα να κυριαρχούν τα ελληνο-χριστιανικά ιδεώδη, εκτός βέβαια και αν οι Τουρκοκύπριοι αντιμετωπιστούν ρατσιστικά ως δεύτερης κατηγορίας μαθητές. Το σεβασμό που απαιτούν για την “ελληνικότητα”, είναι μήπως έτοιμοι να τον δεκτούν για την “τουρκικότητα”; Επειδή η Αγγλική Σχολή δεν είναι ελληνορθόδοξη κοινοτική, αλλά χριστιανική, μη δογματική και, σύμφωνα με γνωματεύσεις δυο Γενικών Εισαγγελέων, δια-κοινοτική σχολή.
Η αντίληψη της Πρωτοβουλίας ότι διεξάγεται ένα πολιτικό πείραμα στην Αγγλική Σχολή είναι παραπλανητική και λανθασμένη. Στην Αγγλική Σχολή διεξάγεται μια εκσυγχρονιστική μεταρρύθμιση που λαμβάνει υπόψη της την αναδυόμενη πολιτική πραγματικότητα στην Κύπρο, όπως αυτή διαμορφώθηκε μετά το άνοιγμα των οδοφραγμάτων το 2003. Αυτή τη στιγμή η Αγγλική Σχολή αποτελεί ένα από τα ελάχιστα μιχτά σχολεία της Κυπριακής Δημοκρατίας και ως τέτοιο αποτελεί μοντέλο ειρηνικής συμβίωσης και συνύπαρξης Ε/κ και Τ/κ μαθητών. Για να λειτουργήσει αποτελεσματικά ως μιχτό σχολείο χρειάζονται μια σειρά από μέτρα που να επιβεβαιώνουν και διασφαλίζουν τον αλληλοσεβασμό μεταξύ των μαθητών διαφορετικής εθνοτικής καταγωγής και να μην αποκλείουν μια σημαντική μερίδα μαθητών, όπως π.χ. με τον ελληνικό εθνικό ύμνο ή με τις ελληνικές εθνικές γιορτές. Επειδή ο ρατσισμός υπάρχει τόσο στην κυπριακή κοινωνία όσο και στα σχολεία της -και η Αγγλική Σχολή δεν αποτελεί εξαίρεση-, η πολιτική απραξία, τόσο στο σχολείο όσο και στην κοινωνία ευρύτερα, αποτελεί στρουθοκαμηλισμό μπροστά στις υπαρκτές και καταγεγραμμένες σε επιστημονικές έρευνες ρατσιστικές συμπεριφορές.
Η Αγγλική Σχολή, όπως και κάθε σχολείο μιας δημοκρατικής κοινωνίας, οφείλει να δημιουργεί κριτικά σκεπτόμενους, δημοκρατικούς πολίτες. Και εδώ βρίσκεται η δεύτερη θεμελιώδης αντίφαση της Πρωτοβουλίας. Που από τη μια θέλει το σχολείο έξω από το πολιτικό γίγνεσθαι και από την άλλη προσπαθεί να επιβάλει τη δική της πολιτική αντίληψη για την κυπριακή ιστορία. Το σχολείο δεν βρίσκεται και δεν μπορεί να βρίσκεται έξω από την κοινωνία. Η διακοινοτική συμφιλίωση, ο αντι-ρατσισμός και ο αλληλοσεβασμός των κοινοτήτων δεν αποτελούν κομματικές θέσεις που επιβάλλονται, αλλά καθολικά αποδεκτούς πολιτικούς στόχους της κυπριακής κοινωνίας και πολιτείας που καλλιεργούνται και στο σχολείο. Αν η Πρωτοβουλία είναι το σύγχρονο χαρακτήρα της κυπριακής κοινωνίας που αντιστρατεύεται από την σκοπιά του “ελληνισμού”, ας το πει καθαρά χωρίς υπεκφυγές.
Τέλος η Πρωτοβουλία ας κατανοήσει ότι η διδασκαλία της ιστορίας της Κύπρου δεν αποτελεί τρόπο εθνικής κατήχησης και μέθοδο κρατικής προπαγάνδας, αλλά προσπάθεια κριτικής κατανόησης του παρελθόντος σε σχέση με το μέλλον της χώρας μας. Η μανιχαϊστική ιστορία του αγώνα του εθνικού υποκειμένου ενάντια στον προαιώνιο εχθρό όχι μόνο είναι επιστημονικά προβληματική αλλά και πολιτικά ξεπερασμένη. Η επιστήμη της ιστορίας βρίσκεται ήδη εδώ και δεκαετίες υπό διαδικασία αποεθνοποίησης τόσο στο ερευνητικό όσο και στο εκπαιδευτικό επίπεδο. Ιδιαίτερα μάλιστα στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ο εθνικισμός αντιμετωπίζεται ως ένα ιστορικό ρεύμα που έχει ολοκληρώσει τον κύκλο του. Στην Κύπρο, φαίνεται, οι εκφραστές του επιμένουν έστω και συγκαλυμμένα να αναπαράγουν τα προτάγματα του.

2 σχόλια:

  1. O αντινομίες της εθνικοφροσύνης και η Αγγλική Σχολή

    Θα επιχειρήσω να σκιαγραφήσω την επιχειρηματολογία (και την έλλειψη αυτής), της λεγόμενης “Πρωτοβουλίας Γονέων και Αποφοίτων Αγγλικής Σχολής”, Λευκωσίας. Αρχίζω με μια ανακριβή δήλωση του πρόσφατου ψήφισματος της Πρωτοβουλίας ότι ‘Η Σχολή ουδέποτε υπέφερε, ούτε και σήμερα υποφέρει, από φυλετικές διακρίσεις, ρατσιστικές συμπεριφορές ή θρησκευτικές διαφορές μεταξύ των μαθητών’. Υπήρξαν διαχρονικά στο σχολείο αυτό ρατσιστικές και φυλετικές διακρίσεις, θρησκευτικές διαφορές και έντονες - έως καβγαδίστικες – διαφωνίες, που είχαν ως επίκεντρο το ζήτημα της εθνότητας και της δικοινοτικότητας. Μάλιστα αυτές σπάνια είχαν χαρακτήρα αντιπαράθεσης μεταξύ ίσων, αλλά περιλάμβαναν δύο μεριές, όπου η μια, η αδύνατη, θυματοποιείτο με βάση τη διαφορετικότητα της και η άλλη, η δυνατή, επιχειρούσε να επιβάλει αυτό που θεωρούσε σωστό και δίκαιο.

    Τα πιο πρόσφατα περιστατικά έχουν γνωστοποιηθεί επαρκώς, έτσι ώστε να μην χρειάζεται η περαιτέρω ανάλυση τους εδώ. Συνοπτικά αυτά περιλάμβαναν απειλές, ξυλοδαρμούς, αναγραφές σε τοίχους της Σχολής και παράπονα γονιών και αποφοίτων για αφελληνισμό και επαναπροσέγγιση. Αυτά όμως δεν άρχισαν πρόσφατα. Είναι σημαντικό να ειπωθεί αυτό, διότι τα τελευταία επεισόδια μπορεί να αποδοθούν στην πορεία συμφιλίωσης των δύο κοινοτήτων, που άρχισε να εντείνεται με το άνοιγμα των οδοφραγμάτων το 2003 και με την αλλαγή κυβέρνησης την ίδια χρονιά και ιδιαίτερα το 2008. Την περίοδο 1991-98 καταγράφονται τα εξής συχνά φαινόμενα, όπως τα θυμούνται πρώην μαθητές της Σχολής, περιλαμβανομένου και του εαυτού μου: 1) ρίψη φυλλαδίων, σε κάθε εθνική επέτειο, όπου αναγράφετο ‘Καλός Τούρκος Νεκρός Τούρκος’, 2) απειλές προς τους πολύ λίγους Τ/Κ μαθητές, 3) αντιδράσεις από μαθητές, όταν Τ/Κ ποιήτριες, όπως η Νεσέ Γιασίν, επισκέπτονταν το σχολείο ως προσκεκλημένες, με σκοπό τη συμμετοχή τους σε φιλολογικές εκδηλώσεις, 4) καβγάδες μεταξύ ‘αριστερών’ και ‘δεξιών’ μαθητών σε καθιστικές διαδηλώσεις, όταν οι δεύτεροι άρχιζαν να φωνάζουν ρατσιστικά και εθνικιστικά συνθήματα.

    Ένα συγχυσμένο και κρυπτο-εθνικόφρον πνεύμα προκύπτει από το ασυμβίβαστο δύο ή περισσότερων προτάσεων/θέσεων, όπως αυτές έχουν διατυπωθεί στο ψήφισμα της Πρωτοβουλίας. Στο κείμενο του ψηφίσματος αναγνωρίζεται ανυπερθέτως η πολυπολιτισμικότητα (στην πρώτη μάλιστα θέση) και μετά κουτσουρεύεται (στην ίδια θέση) όταν σημειώνεται ότι η Αγγλική Σχολή δεν είχε ούτε πρέπει να αποκτήσει δικοινοτικό χαρακτήρα. Είναι γεγονός όμως ότι ο όρος πολυπολιτισμικότητα έχει τις ιστορικές του ρίζες του σε κράτη όπου συμβιώνουν διαφορετικές κοινότητες. Ένα πολυπολιτισμικό κράτος με κοινοτική ανισότητα (στην έκφραση και στα δικαιώματα) αποτελεί το πιο κοινωνικά άδικο μοντέλο πολυπολιτισμικότητας. Η αντίθεση όμως παρουσιάζεται στη θέση με αριθμό τέσσερα, όπου σημειώνεται ότι η Σχολή πρέπει να σέβεται την εθνική καταγωγή όλων των μαθητών της. Διερωτόμαστε, πώς μπορεί να εκφράζεται σεβασμός για την εθνική καταγωγή όλων των μαθητών, αλλά αργία να τηρείται μόνο στις επετείους του έθνους της μιας κοινότητας και όχι αυτού της άλλης; Πώς μπορεί να ισχύει τέτοιος σεβασμός, αφού μόνο τα μεν εθνικά σύμβολα κυμματίζουν και όχι τα δε; Όπως εύστοχα γράφει ένας αξιόλογος blogger: ‘Ακόμα τζαι αν οι 2 κοινότητες ήταν ομοιογενή μπλοκ όπως θα ήθελεν η εθνικοφροσύνη τζαι στες 2 κοινότητες, εν να δικαιούνται [με βάση την θέση για σεβασμό της εθνικής καταγωγής] οι τ/κ να έχουν τζαι τζήνοι τη σημαία της τουρκίας; Οξά οι τούρτσιοι εν έχουν εθνική καταγωγή;’

    Σε ένα επόμενο σημείο του ψηφίσματος επισημαίνεται επίσης η έλλειψη σεβασμού στα σύμβολα της Κυπριακής Δημοκρατίας, όμως δεν αναφέρονται τέτοια σύμβολα, παρά μόνο αυτά της Ελληνικής Δημοκρατίας. Πιο συγκεκριμένα, η Πρωτοβουλία απαιτεί τον πρέποντα σεβασμό στον Εθνικό Ύμνο, ενώ πιο μετά απαιτεί σεβασμό προς το επίσημο Κράτος, τους θεσμούς και τα όργανα του. Όμως το Σύνταγμα δεν αναγνωρίζει τον ελληνικό εθνικό ύμνο ως αυτόν της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ασφαλώς οι γονείς που θεωρούν – έστω και λανθασμένα – ότι εντός της οικογένειας τους πρέπει τα παιδιά τους να διδάσκονται τον ελληνικό εθνικό ύμνο, ωσάν αυτός είναι ο κυπριακός, δικαιούνται πέραν πάσης αμφιβολίας να το κάνουν, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι έχουν το δικαίωμα να απαιτούν την αδράνεια του σχολείου μπροστά σε σαφείς συνταγματικές διατάξεις. Υπενθυμίζω εδώ ότι πρόσφατο δημοσίευμα της “Σημερινής”, γράφει ότι Τ/Κ μαθητές ‘σχολίασαν, μάλιστα, το γεγονός ότι στον εορτασμό της 1ης Οκτωβρίου θα ένιωθαν άβολα αν τραγουδούσαν τον υφιστάμενο Εθνικό Ύμνο της Κύπρου, καθώς επιθυμούν τη δημιουργία κοινού ύμνου’.

    Πέραν τούτων, στο κείμενο υπάρχουν επιλεκτικές ελλείψεις. Αναφέρεται, παραδείγματος χάριν, ότι ‘Η Σχολή πάντα ήταν και πρέπει να παραμείνει Χριστιανική ως αναφέρεται στην Περί Αγγλικής Σχολής Νομοθεσία, ΚΕΦ 167, της Κυπριακής Δημοκρατίας’, ενώ το εν λόγω νομοθετικό κεφάλαιο στην πραγματικότητα αναφέρει ότι ‘ο χαρακτήρας της σχολής θα είναι Χριστιανικός αλλά μη δογματικός και όλοι οι μαθητές (περιλαμβανομένων Μουσουλμάνων) θα έχουν διευκολύνσεις ως προς την άσκηση της δικής τους θρησκείας’. Είναι βασική η χρήση των λέξεων ‘Χριστιανικός χαρακτήρας’ αντί του πιο περιοριστικού ‘Χριστιανική’. Ενώ σε προηγούμενη ανακοίνωση της η Πρωτοβουλία αρνείται ότι επιδιώκει την μετατροπή της σχολής σε Ελληνορθόδοξη, στο ψήφισμα αφήνεται να νοηθεί ότι η Χριστιανική Ορθοδοξία πρέπει να είναι πρώτη μεταξύ ίσων, μέσα στη διδασκόμενη ύλη αφού ζητείται ‘η συνέχιση της διδασκαλίας των Θρησκευτικών με τον τρόπο που γινόταν μέχρι πρόσφατα στη Σχολή’.

    Περιλαμβανομένων όλων των ανακοινώσεων της Πρωτοβουλίας παρουσιάζεται πολύ συχνά και η λέξη ‘φιλελεύθερο’ ή/και τα παράγωγα της. Αυτό δεν είναι τυχαίο. Στην Αγγλική Σχολη υπάρχουν όμιλοι δραστηριοτήτων, θεσμοθετημένες συζητήσεις για πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα (είτε από καλεσμένους είτε από μαθητές) και άλλα στοιχεία που είναι ξένα για τα δημόσια σχολεία της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ομως οι δημόσιες παρεμβάσεις της “Πρωτοβουλίας Γονέων και Αποφοίτων της Αγγλικής Σχολής” επιφέρουν διττό αποτέλεσμα. Παραπέμπουν σε νοοτροπίες που από τη μια επιζητούν τη δικαίωση της δυτικής κουλτούρας και εκπαίδευσης, διατυμπανίζοντας έτσι αυτό που εκλαμβάνουν ως λόγο ‘ανωτερότητας’ της Αγγλικής Σχολής και από την άλλη τον υποβαθμίζουν σε στολίδι της εθνικοφροσύνης. Καμαρώνουν με αυτό που οι ίδιοι αναιρούν.


    Γιώργος Χαραλάμπους
    Πολιτικός Επιστήμονας/Απόφοιτος Αγγλ. Σχολής

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ποιος ο πραγματικός τους στόχος και σκοπός;

    Απάντηση στην επιστολή της «ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ ΓΟΝΕΩΝ ΚΑΙ ΑΠΟΦΟΙΤΩΝ ΤΗΣ ΑΓΓΛΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ».
    Ξεκινώντας, το γράμμα της “Πρωτοβουλίας” που εστάλη σε γονείς μαθητών της Αγγλικής Σχολής είναι γραμμένο στα ελληνικά. Όπως πολύ καλά γνωρίζετε, στο σχολείο φοιτά πλειάδα ξενόφωνων μαθητών με γονείς που δεν ξέρουν ελληνικά. Παρ’ όλα αυτά δεν υπήρξε κάποια υποσημείωση που να δικαιολογεί το γεγονός αυτό, όπως λόγου χάρη ότι εκφράζεστε καλύτερα γράφοντας στα ελληνικά ή ότι το γράμμα απευθυνόταν μόνο σε ελληνόφωνους γονείς και αποφοίτους. («Προς Γονείς και Απόφοιτους της Αγγλικής Σχολής Λευκωσίας»). Αυτό δείχνει ότι είτε παραλείψατε να προνοήσετε για αυτούς τους ανθρώπους, είτε εσκεμμένα χρησιμοποιήσατε την ελληνική γλώσσα για να καταλαβαίνουν μόνο όσοι εσείς θέλατε.
     Συνεχίζοντας θέλω να τονίσω ότι εγώ, ως μαθητής της Αγγλικής Σχολής, όπως και όλοι θέλω να πιστεύω οι υγιώς σκεπτόμενοι μαθητές, δεν επιθυμώ σε καμιά περίπτωση προπαγάνδα από το σχολείο και τους καθηγητές. Δεν επιθυμώ πλύση εγκεφάλου από κανέναν στο χώρο της εκπαίδευσης, αλλά αντίθετα επιθυμώ την ανάπτυξη της κριτικής μου σκέψης και τον υγιή διάλογο, που αφήνει τον μαθητή να βγάζει τα δικά του συμπεράσματα και να επιλέγει το δικό του πολιτικό και πνευματικό δρόμο.
     Στο γράμμα σας τονίζετε πως «θέματα όπως η εθνική καταγωγή και η θρησκευτική πίστη, αφορούν το άτομο και ανήκουν αυστηρά και μόνο στην οικογένεια.». Την ίδια ώρα αναφέρεστε στην «απομάκρυνση της Σχολής από κάθε τι Ελληνικό, και στην απομάκρυνση της από κάθε τι Χριστιανικό Ορθόδοξο». Μήπως αυτά δεν είναι τα θέματα που περιγράφετε πιο κάτω ως θέματα που αφορούν μόνο το άτομο και την οικογένεια; Στη συνέχεια του κειμένου σας καλείτε το σχολείο να αφήσει την «(εθνικο)πολιτική κατήχηση μακριά από τις τάξεις.». Ταυτόχρονα αναφέρεστε στην «αφαίρεση των θρησκευτικών εικόνων από τις τάξεις και της ελληνικής σημαίας από το άγαλμα του Μιχαλάκη Καραολή.». Μήπως αυτά τα πράγματα δεν συνιστούν (εθνικο)πολιτική κατήχηση; Μήπως αυτά δεν είναι θέματα που σχετίζονται με την εθνική καταγωγή και τη θρησκευτική πίστη; Θέματα για τα οποία εσείς οι ίδιοι ζητάτε τη μηδαμινή εμπλοκή του σχολείου.
     Όσον αφορά στην «προτιθέμενη κατάργηση της διδασκαλίας του έργου του εθνικού μας ποιητή Βασίλη Μιχαηλίδη «9η Ιουλίου»», καμιά επίσημη ανακοίνωση δεν υπήρξε που να το στηρίζει, και καμιά τέτοια απόφαση δεν πάρθηκε, άρα δεν θα έπρεπε να αναφερθεί καθόλου. Κάνετε επίσης λόγο για «διαστρέβλωση ιστορικών γεγονότων από προσκεκλημένους (της Σχολής) ομιλητές». Συμφωνώ ότι ο κάθε ομιλητής λογικό είναι να παρουσιάσει τα πράγματα από τη δική του οπτική γωνία, γι’ αυτό θα ήταν σοφότερο να υπάρχει πλειάδα διαφορετικών ομιλητών, αλλά και διάλογος μεταξύ αυτών και των μαθητών. Καλό θα ήταν όμως, όταν αναφέρεστε σε «ανιστόρητες αναφορές του ομιλητή», να τεκμηριώνετε την άποψη σας αντί να αφήνετε αόριστες κατηγορίες εναντίον του. Και αυτό το λέω χωρίς να υποστηρίζω ότι το περιεχόμενο της ομιλίας του προσκεκλημένου ήταν σωστό ή λανθασμένο.
     Στη συνέχεια αναφέρεστε στην «προσβλητική και ετσιθελική συμπεριφορά καθηγητών, όταν μας προτρέπουν να μεταφέρουμε τα παιδιά μας σε άλλο σχολείο αν δεν μας αρέσει αυτό που προσπαθούν να μας επιβάλουν.». Διατηρώντας τις επιφυλάξεις μου για την εγκυρότητα της πιο πάνω δήλωσης, συμφωνώ απόλυτα ότι η λύση δεν είναι να φύγουν οι παραπονούμενοι από το σχολείο, αλλά το σχολείο να μελετήσει εις βάθος γιατί υπάρχουν αυτοί οι παραπονούμενοι και να συζητήσει μαζί τους, αλλά και με όλους τους εμπλεκόμενους, για να αποφασίσουν από κοινού τι είναι το καλύτερο για τους μαθητές.
     Αναμφίβολα, αν οι δηλώσεις που αναφέρετε (π.χ. «είναι ανόητο να ασχολούμαστε με πράγματα που συνέβησαν πριν από 34 χρόνια») είναι αληθινές, τότε είναι όντως ενοχλητικές για όλους. Όμως επιτρέψτε μου να διατηρώ τις αμφιβολίες μου όσον αφορά τη γνησιότητα των δηλώσεων αυτών. Με τις αόριστες αυτές δηλώσεις που παραθέτετε, χωρίς στοιχεία και αποδείξεις, και χωρίς να το συζητάτε πρώτα με τους ανθρώπους στους οποίους αναφέρεστε, καταντάτε εσείς οι ίδιοι προσβλητικοί προς το σύνολο των καθηγητών, την εικόνα των οποίων καταστρέφετε εσκεμμένα ή μη.
     Εν κατακλείδι, βρίσκω το κείμενο σας ασαφές, όσον αφορά στο μήνυμα που προσπαθεί να περάσει. Εάν όντως επιθυμείτε ένα τέλος στην «(εθνικο)πολιτική κατήχηση» στις τάξεις, τότε αυτός ο διάλογος θα μπορούσε να ήταν ιδιαίτερα ουσιώδης. Εάν όντως επιθυμείτε θέματα όπως η «εθνική καταγωγή και η θρησκευτική πίστη» να αφορούν αυστηρά και μόνο το άτομο και την οικογένεια, αυτή σας η επιθυμία θα ήταν η βάση για ένα πολύ πιο δημοκρατικό σχολείο. Εάν όμως η πραγματική σας επιθυμία είναι να προσφέρει το σχολείο ελληνοκεντρική παιδεία και να επιστρέψουν οι θρησκευτικές εικόνες στις τάξεις, τότε εσείς οι ίδιοι ακυρώνετε τα επιχειρήματα σας και εσείς οι ίδιοι απαιτείτε την κατήχηση «προσωπικών και αναχρονιστικών πολιτικών κοσμοθεωριών στα μυαλά των παιδιών».

    Ευχαριστώ,
    Χ. Α., μαθητής Αγγλικής Σχολής
    Υ.Γ. Το κείμενο αυτό το έστειλα εις διπλούν στην ιστοσελίδα της πρωτοβουλίας και ποτέ δεν ανέβηκε. Φαίνεται όμως πως οι αυτοί οι άνθρωποι που φέρονται να υπερασπίζονται με τόσο πάθος την ελευθερία του λόγου και την δημοκρατία, ξέρουν από πρώτο χέρι τι θα πει λογοκρισία.

    ΑπάντησηΔιαγραφή