Πρόσφατα έχουν δει το φως της δημοσιότητας διάφορα κείμενα που επιδιώκουν να αναλύσουν τη σημασία των Τουρκοκυπριακών κινητοποιήσεων. Ένα κεντρικό ερώτημα των αναλύσεων αυτών είναι αν αυτές οι κινητοποιήσεις έχουν οποιοδήποτε αντίκτυπο στην επιθυμία των Τ/Κ για επίλυση του Κυπριακού ή αν συνδέονται με αλλαγή αντιλήψεων σχετικά με την ποιότητα των διακοινοτικών σχέσεων απέναντι στους Ε/Κ . Δυστυχώς οι αναλύσεις αυτές είναι περισσότερο πολιτικές και δεν στηρίζονται σε οποιαδήποτε ερευνητική τεκμηρίωση. Στο σύντομο αυτό άρθρο θα επιδιώξω μια χαρτογράφηση της ποιότητας των διακοινοτικών σχέσεων και στις δύο κοινότητες από την περίοδο των προηγούμενων κινητοποιήσεων των Τ/Κ μέχρι σήμερα, βασιζόμενος σε ποσοτικές και ποιοτικές κοινωνιοψυχολογικές έρευνες που είχα την ευκαιρία να συντονίσω με συλλογή δεδομένων και από τις δυο κοινότητες.
Οι μαζικές κινητοποιήσεις της πλειοψηφίας των Τ/Κ πριν το δημοψήφισμα του 2004 έγιναν με σύνθημα την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση μέσα από ένα άνοιγμα προς την Ε/Κ κοινότητα για συνεργασία στα πλαίσια λύσης Διζωνικής-Δικοινοτικής Ομοσπονδίας. Το δημοψήφισμα μπορεί να χαρακτηριστεί σημείο καμπής στην πρόσφατη ιστορία του Κυπριακού και το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος είχε δραματικές επιπτώσεις στην ποιότητα των διακοινοτικών σχέσεων όπως αυτές μπορούν να καταγραφούν από τα επίπεδα εμπιστοσύνης, στάσεις και επιθυμία για συμβίωση μεταξύ των δύο κοινοτήτων. Σε ποιοτική έρευνα εστιασμένων συζητήσεων και ποσοτική έρευνα με αντιπροσωπευτικό δείγμα 800 Ε/Κ και 853 Τ/Κ το 2007, τρία χρόνια μετά το δημοψήφισμα, καταγραφόταν μια μεγάλη δυσπιστία μεταξύ των μελών των δύο κοινοτήτων και στροφή μακριά από την συμβιβαστική λύση της Διζωνικής-Δικοινοτικής Ομοσπονδίας προς μαξιμαλιστικές θέσεις. Στην μεν Ε/Κ κοινότητα υπήρξε μια ενδυνάμωση της επιδίωξης του Ενιαίου κράτους, δηλαδή κάποιου τύπου επιστροφή στις συμφωνίες του 1960 ως την λύση του Κυπριακού προβλήματος ενώ στην Τ/Κ κοινότητα υπήρξε μια αντίθετη στροφή προς την λύση των δύο κρατών, κυρίως ως έκφραση της απογοήτευσης των Τ/Κ για το Ελληνοκυπριακό ‘όχι’ στο δημοψήφισμα το οποίο εισέπραξαν σαν απόρριψη, σαν επιθυμία των Ε/Κ για μη λύση, σαν δείγμα απουσίας επιθυμίας για διαμοιρασμό της εξουσίας ενός διεθνώς αναγνωρισμένου κράτους, και σε πολλές περιπτώσεις ένα αίσθημα ότι οι Ε/Κ ‘τα θέλουν όλα δικά τους’.
Στο επίπεδο των συλλογικών ταυτοτήτων παρουσιαζόταν ήδη μια ισχυρή τάση ενός κοινοτικού νέο-εθνικισμού και στις δύο κοινότητες με κύριο χαρακτηριστικό τις αυτονομιστικές τάσεις και από τις ‘μητέρες πατρίδες’ αλλά και από την άλλη κοινότητα. Η αλλαγή ηγεσίας στην Ε/Κ κοινότητα το 2008 και η γρήγορη πρόοδος στη διάνοιξη του οδοφράγματος της οδού Λήδρας είχε δημιουργήσει προς στιγμή προσδοκίες αντιστροφής του κλίματος αυτού στο επίπεδο των διακοινοτικών σχέσεων στην Ε/Κ κοινότητα αλλά στο βαθμό που οι συνομιλίες δεν προχώρησαν με τον αναμενόμενο ρυθμό η απογοήτευση γρήγορά επικράτησε και πάλι. Αντίθετα μέσα στην Τ/Κ κοινότητα η αλλαγή ηγεσίας στην Ε/Κ κοινότητα αποδεικνύεται ότι είχε σημαντική επίδραση στην ποιότητα των διακοινοτικών σχέσεων προς τους Ε/Κ αφού μια σύγκριση των αποτελεσμάτων έρευνας του 2007 και 2010 δείχνει σημαντική βελτίωση σε μια σειρά από μεταβλητές.
Συγκεκριμένα, παρατηρείται σημαντική βελτίωση της στάσης και εμπιστοσύνης των Τ/Κ απέναντι στους Ε/Κ ενώ ο Τουρκοκεντρισμός των Τ/Κ σημειώνει σημαντική πτώση. Ενδεικτικό της βελτίωσης των διακοινοτικών σχέσεων είναι ότι το 2007 ένα 25% των Τ/Κ δήλωνε ότι έχει τουλάχιστον ένα Ε/Κ φίλο, ενώ το 2010 το ποσοστό αυτό ανεβαίνει στο 35%. Ακόμη πιο σημαντικό είναι το γεγονός ότι οι θετικότερες στάσεις μεταφράζονται και σε θετικότερες αντιλήψεις για τον επιδιωκόμενο τρόπο επίλυσης του Κυπριακού. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι όταν τους ζητήθηκε να καταδείξουν την καλύτερη μόνιμη λύση στο Κυπριακό, από 68% που προτιμούσαν τα δύο ξεχωριστά κράτη το 2007, η αντίστοιχη προτίμηση πέφτει στο 35% το 2010.
Η σημαντική βελτίωση των σχέσεων των δύο κοινοτήτων την περίοδο 2007-2010 από την σκοπιά των Τ/Κ γενικά μπορεί να χαρακτηριστεί ως μια μετακίνηση από αρνητικές προς ουδέτερες στάσεις αν και τα επίπεδα εμπιστοσύνης παραμένουν χαμηλά. Η αλλαγή αυτή δεν ήταν ικανή να αντιστρέψει τις αυτονομιστικές τάσεις της Τ/Κ κοινότητας, την απογοήτευση από τους Ε/Κ και την Ε.Ε και την δυσαρέσκεια στη διαχείριση των εσωτερικών της Τ/Κ κοινότητας από τον Μεχμέτ Αλί Ταλάτ που βρήκε διέξοδο με την εκλογή Ντερβίς Έρογλου. Η επικράτηση του Κόμματος Εθνικής Ενότητας (UBP) το 2009 και η εκλογή του Ν. Έρογλου στην ηγεσία της Τ/Κ κοινότητας το 2010 μπορεί να προκαλεί μια δυστοκία στις συνομιλίες αλλά η τάση για βελτίωση των διακοινοτικών σχέσεων στην Τ/Κ κοινότητα συνεχίζεται μέχρι σήμερα, κάτι που μπορεί να αποδοθεί σε τρείς κυρίως λόγους. Την αλλαγή ρητορικής του Ν.΄Ερογλου από την επιδίωξη των δύο κρατών στην επιδίωξη της διζωνικής-δικοινοτικής ομοσπονδίας, τις συνεχιζόμενες συχνές διελεύσεις των Τ/Κ από τα οδοφράγματα και συνακόλουθη επαφή με τους Ε/Κ που αποδεδειγμένα αυξάνει τα επίπεδα εμπιστοσύνης προς τους Ε/Κ, και την πρόσφατη τριβή με την Τουρκία για την εφαρμογή οικονομικών μεταρρυθμίσεων, τις επεμβάσεις στα εσωτερικά της Τ/Κ κοινότητας, και αυξανόμενο εποικισμό, που οδηγεί σε περεταίρω πτώση εθνικιστικών Τουρκοκεντρικών τάσεων στην Τ/Κ κοινότητα. Συγκεκριμένα, σε διαχρονική έρευνα με αντιπροσωπευτικό δείγμα (Ν=2000) και από τις δύο κοινότητες, με συλλογή δεδομένων τον Απρίλιο του 2010 και 7 μήνες μετά τον Νοέμβριο/Δεκέμβριο 2010, στην Τ/Κ κοινότητα παρουσιάζεται μια περεταίρω βελτίωση της ποιότητας των διακοινοτικών σχέσεων απέναντι στους Ε/Κ σε μια σειρά από μεταβλητές όπως για παράδειγμα μείωση του αισθήματος απειλής από την Ε/Κ κοινότητα, αύξηση της εμπιστοσύνης, ποιότητας επαφής με Ε/Κ και θετικότερης στάσης απέναντι τους.
Οι πολύ πρόσφατες αρνητικές εξελίξεις στις σχέσεις Τ/Κ –Τουρκίας πιθανότατα να ενδυναμώσουν ακόμη περισσότερο την υπάρχουσα τάση βελτίωσης των διακοινοτικών σχέσεων με τους Ε/Κ αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι οι κινητοποιήσεις θα αποκτήσουν αυτόματα και περιεχόμενο παρόμοιο με τις κινητοποιήσεις πριν το δημοψήφισμα του 2004 για λύση διζωνικής-δικοινοτικής ομοσπονδίας εκτός και αν η αγανάκτηση των Τ/Κ απέναντι στην διακυβέρνηση του UBP και την στάση υποτίμησης και εξάρτησης από την Τουρκική κυβέρνηση συνοδευτεί με σοβαρές ενδείξεις ότι η Ε/Κ πλευρά επιδιώκει την λύση του κυπριακού αλλά σε πλαίσια τέτοια που θα παρέχονται αρκετά περιθώρια αυτονομίας της Τ/Κ κοινότητας και ενισχυμένης διζωνικότητας, στα πλαίσια μιας διζωνικής/δικοινοτικής ομοσπονδίας.
Χάρης Ψάλτης
Επίκουρος Καθηγητής Κοινωνικής και Αναπτυξιακής Ψυχολογίας
Τμήμα Ψυχολογίας, Πανεπιστήμιο Κύπρου
Πρόεδρος Κυπριακού Συνδέσμου Κοινωνικής Ψυχολογίας
Υπεύθυνος Έρευνας Ομίλου Ιστορικού Διαλόγου και Έρευνας
Οι μαζικές κινητοποιήσεις της πλειοψηφίας των Τ/Κ πριν το δημοψήφισμα του 2004 έγιναν με σύνθημα την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση μέσα από ένα άνοιγμα προς την Ε/Κ κοινότητα για συνεργασία στα πλαίσια λύσης Διζωνικής-Δικοινοτικής Ομοσπονδίας. Το δημοψήφισμα μπορεί να χαρακτηριστεί σημείο καμπής στην πρόσφατη ιστορία του Κυπριακού και το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος είχε δραματικές επιπτώσεις στην ποιότητα των διακοινοτικών σχέσεων όπως αυτές μπορούν να καταγραφούν από τα επίπεδα εμπιστοσύνης, στάσεις και επιθυμία για συμβίωση μεταξύ των δύο κοινοτήτων. Σε ποιοτική έρευνα εστιασμένων συζητήσεων και ποσοτική έρευνα με αντιπροσωπευτικό δείγμα 800 Ε/Κ και 853 Τ/Κ το 2007, τρία χρόνια μετά το δημοψήφισμα, καταγραφόταν μια μεγάλη δυσπιστία μεταξύ των μελών των δύο κοινοτήτων και στροφή μακριά από την συμβιβαστική λύση της Διζωνικής-Δικοινοτικής Ομοσπονδίας προς μαξιμαλιστικές θέσεις. Στην μεν Ε/Κ κοινότητα υπήρξε μια ενδυνάμωση της επιδίωξης του Ενιαίου κράτους, δηλαδή κάποιου τύπου επιστροφή στις συμφωνίες του 1960 ως την λύση του Κυπριακού προβλήματος ενώ στην Τ/Κ κοινότητα υπήρξε μια αντίθετη στροφή προς την λύση των δύο κρατών, κυρίως ως έκφραση της απογοήτευσης των Τ/Κ για το Ελληνοκυπριακό ‘όχι’ στο δημοψήφισμα το οποίο εισέπραξαν σαν απόρριψη, σαν επιθυμία των Ε/Κ για μη λύση, σαν δείγμα απουσίας επιθυμίας για διαμοιρασμό της εξουσίας ενός διεθνώς αναγνωρισμένου κράτους, και σε πολλές περιπτώσεις ένα αίσθημα ότι οι Ε/Κ ‘τα θέλουν όλα δικά τους’.
Στο επίπεδο των συλλογικών ταυτοτήτων παρουσιαζόταν ήδη μια ισχυρή τάση ενός κοινοτικού νέο-εθνικισμού και στις δύο κοινότητες με κύριο χαρακτηριστικό τις αυτονομιστικές τάσεις και από τις ‘μητέρες πατρίδες’ αλλά και από την άλλη κοινότητα. Η αλλαγή ηγεσίας στην Ε/Κ κοινότητα το 2008 και η γρήγορη πρόοδος στη διάνοιξη του οδοφράγματος της οδού Λήδρας είχε δημιουργήσει προς στιγμή προσδοκίες αντιστροφής του κλίματος αυτού στο επίπεδο των διακοινοτικών σχέσεων στην Ε/Κ κοινότητα αλλά στο βαθμό που οι συνομιλίες δεν προχώρησαν με τον αναμενόμενο ρυθμό η απογοήτευση γρήγορά επικράτησε και πάλι. Αντίθετα μέσα στην Τ/Κ κοινότητα η αλλαγή ηγεσίας στην Ε/Κ κοινότητα αποδεικνύεται ότι είχε σημαντική επίδραση στην ποιότητα των διακοινοτικών σχέσεων προς τους Ε/Κ αφού μια σύγκριση των αποτελεσμάτων έρευνας του 2007 και 2010 δείχνει σημαντική βελτίωση σε μια σειρά από μεταβλητές.
Συγκεκριμένα, παρατηρείται σημαντική βελτίωση της στάσης και εμπιστοσύνης των Τ/Κ απέναντι στους Ε/Κ ενώ ο Τουρκοκεντρισμός των Τ/Κ σημειώνει σημαντική πτώση. Ενδεικτικό της βελτίωσης των διακοινοτικών σχέσεων είναι ότι το 2007 ένα 25% των Τ/Κ δήλωνε ότι έχει τουλάχιστον ένα Ε/Κ φίλο, ενώ το 2010 το ποσοστό αυτό ανεβαίνει στο 35%. Ακόμη πιο σημαντικό είναι το γεγονός ότι οι θετικότερες στάσεις μεταφράζονται και σε θετικότερες αντιλήψεις για τον επιδιωκόμενο τρόπο επίλυσης του Κυπριακού. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι όταν τους ζητήθηκε να καταδείξουν την καλύτερη μόνιμη λύση στο Κυπριακό, από 68% που προτιμούσαν τα δύο ξεχωριστά κράτη το 2007, η αντίστοιχη προτίμηση πέφτει στο 35% το 2010.
Η σημαντική βελτίωση των σχέσεων των δύο κοινοτήτων την περίοδο 2007-2010 από την σκοπιά των Τ/Κ γενικά μπορεί να χαρακτηριστεί ως μια μετακίνηση από αρνητικές προς ουδέτερες στάσεις αν και τα επίπεδα εμπιστοσύνης παραμένουν χαμηλά. Η αλλαγή αυτή δεν ήταν ικανή να αντιστρέψει τις αυτονομιστικές τάσεις της Τ/Κ κοινότητας, την απογοήτευση από τους Ε/Κ και την Ε.Ε και την δυσαρέσκεια στη διαχείριση των εσωτερικών της Τ/Κ κοινότητας από τον Μεχμέτ Αλί Ταλάτ που βρήκε διέξοδο με την εκλογή Ντερβίς Έρογλου. Η επικράτηση του Κόμματος Εθνικής Ενότητας (UBP) το 2009 και η εκλογή του Ν. Έρογλου στην ηγεσία της Τ/Κ κοινότητας το 2010 μπορεί να προκαλεί μια δυστοκία στις συνομιλίες αλλά η τάση για βελτίωση των διακοινοτικών σχέσεων στην Τ/Κ κοινότητα συνεχίζεται μέχρι σήμερα, κάτι που μπορεί να αποδοθεί σε τρείς κυρίως λόγους. Την αλλαγή ρητορικής του Ν.΄Ερογλου από την επιδίωξη των δύο κρατών στην επιδίωξη της διζωνικής-δικοινοτικής ομοσπονδίας, τις συνεχιζόμενες συχνές διελεύσεις των Τ/Κ από τα οδοφράγματα και συνακόλουθη επαφή με τους Ε/Κ που αποδεδειγμένα αυξάνει τα επίπεδα εμπιστοσύνης προς τους Ε/Κ, και την πρόσφατη τριβή με την Τουρκία για την εφαρμογή οικονομικών μεταρρυθμίσεων, τις επεμβάσεις στα εσωτερικά της Τ/Κ κοινότητας, και αυξανόμενο εποικισμό, που οδηγεί σε περεταίρω πτώση εθνικιστικών Τουρκοκεντρικών τάσεων στην Τ/Κ κοινότητα. Συγκεκριμένα, σε διαχρονική έρευνα με αντιπροσωπευτικό δείγμα (Ν=2000) και από τις δύο κοινότητες, με συλλογή δεδομένων τον Απρίλιο του 2010 και 7 μήνες μετά τον Νοέμβριο/Δεκέμβριο 2010, στην Τ/Κ κοινότητα παρουσιάζεται μια περεταίρω βελτίωση της ποιότητας των διακοινοτικών σχέσεων απέναντι στους Ε/Κ σε μια σειρά από μεταβλητές όπως για παράδειγμα μείωση του αισθήματος απειλής από την Ε/Κ κοινότητα, αύξηση της εμπιστοσύνης, ποιότητας επαφής με Ε/Κ και θετικότερης στάσης απέναντι τους.
Οι πολύ πρόσφατες αρνητικές εξελίξεις στις σχέσεις Τ/Κ –Τουρκίας πιθανότατα να ενδυναμώσουν ακόμη περισσότερο την υπάρχουσα τάση βελτίωσης των διακοινοτικών σχέσεων με τους Ε/Κ αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι οι κινητοποιήσεις θα αποκτήσουν αυτόματα και περιεχόμενο παρόμοιο με τις κινητοποιήσεις πριν το δημοψήφισμα του 2004 για λύση διζωνικής-δικοινοτικής ομοσπονδίας εκτός και αν η αγανάκτηση των Τ/Κ απέναντι στην διακυβέρνηση του UBP και την στάση υποτίμησης και εξάρτησης από την Τουρκική κυβέρνηση συνοδευτεί με σοβαρές ενδείξεις ότι η Ε/Κ πλευρά επιδιώκει την λύση του κυπριακού αλλά σε πλαίσια τέτοια που θα παρέχονται αρκετά περιθώρια αυτονομίας της Τ/Κ κοινότητας και ενισχυμένης διζωνικότητας, στα πλαίσια μιας διζωνικής/δικοινοτικής ομοσπονδίας.
Χάρης Ψάλτης
Επίκουρος Καθηγητής Κοινωνικής και Αναπτυξιακής Ψυχολογίας
Τμήμα Ψυχολογίας, Πανεπιστήμιο Κύπρου
Πρόεδρος Κυπριακού Συνδέσμου Κοινωνικής Ψυχολογίας
Υπεύθυνος Έρευνας Ομίλου Ιστορικού Διαλόγου και Έρευνας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου