Οι επιπτώσεις της χρηματοπιστωτικής κρίσης έχουν γίνει πια έντονα αισθητές ανά την Ευρώπη, ωστόσο οι παράγοντες και τα συμπτώματα που της αποδίδονται πολλές φορές διαφέρουν.
Και όπως είναι γνωστό από την πρόσφατη αλλά και πιο παλιά ευρωπαϊκή και όχι μόνο ιστορία, οι οικονομικές και κοινωνικές κρίσεις πάντα αποτελούσαν εύφορο έδαφος για παρανοήσεις ως προς τις αιτίες τους αλλά και την "θεραπεία" τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιας παρανόησης αποτελεί ο ρόλος των "ξένων" και οι παρεπόμενες αντιλήψεις και προκαταλήψεις περί του επιπρόσθετου οικονομικού και κοινωνικού βάρους που αποτελούν εν καιρώ κρίσης.
Δεν αποτελεί μυστικό για κανέναν η γενικευμένη άνοδος της ακροδεξιάς στην Ευρώπη και η αυξημένη κοινοβουλευτική της παρουσία στις περισσότερες χώρες παράλληλα, χέρι-χέρι θα έλεγε κανείς, με την κρίση. Και γινόμαστε μάρτυρες ενός φαύλου κύκλου όπου η ανασφάλεια τροφοδοτεί τη δημοτικότητα της ακροδεξιάς και η ακροδεξιά τροφοδοτεί την ανασφάλεια προς όφελός της. Η δημοτικότητα αυτή εκφράζεται στην πολιτική της παρουσία, στην διάχυση ξενοφοβικής και ρατσιστικής ρητορικής καθώς και στην αυξανόμενη ανοχή της ρητορικής αυτής από την κοινωνία.
Παράλληλα με αυτήν την άνοδο υπάρχει μείωση ή και παντελής έλλειψη αποτελεσματικής αντιμετώπισης τόσο της κρίσης όσο και των ρητορικών μίσους και αντί να διοχετεύονται οι δυνάμεις των κρατών μελών και των ΜΜΕ στην καταπολέμηση των διακρίσεων με καινοτόμες ιδέες και ριζικές αλλαγές, διαιωνίζουν τις συνταγές κοινωνικού αποκλεισμού και διχασμού. Οι παράγοντες αυτοί καταλήγουν φυσικά σε καταστροφικά αποτελέσματα υπονομεύοντας κάθε προσπάθεια προς βελτίωση της κατάστασης και σπέρνοντας εχθρότητα και αρνητικά στερεότυπα στη δημόσια σφαίρα.
Στην Κύπρο, ένα από τα πιο έντονα αρνητικά στερεότυπα που διαδίδεται και τροφοδοτεί εχθρότητα στους κατοίκους είναι αυτό των επιδομάτων που δίδονται στους μετανάστες, στους αιτούντες άσυλο και στους πρόσφυγες, χωρίς να μπαίνει κανείς στον κόπο να επαληθεύει πληροφορίες και να ξεκαθαρίζει τα πράγματα. Καταρχάς είναι σημαντική ακόμη και η έννοια αυτών των όρων καθώς πολύς κόσμος αγνοεί φυσικά τις διαφορές τους. Πως δηλαδή ο μετανάστης είναι κάποιος που συνήθως επιλέγει να μετακινηθεί σε κάποια άλλη χώρα, συχνά για καλύτερες οικονομικές ή κοινωνικές συνθήκες και για να βελτιώσει τις προσωπικές του προοπτικές και αυτές της οικογένειάς του. Η έννοια παράτυπος ("παράνομος") μετανάστης αναφέρεται σε κάποιον που δεν διαθέτει τα απαραίτητα έγγραφα για να παραμείνει σε μία χώρα. Από την άλλη ο αιτών άσυλο και ο πρόσφυγας είναι κάτι το τελείως διαφορετικό και αναφέρεται στους ανθρώπους που στην πρώτη περίπτωση έχουν υποβάλει αίτημα ενώ στη δεύτερη έχουν αναγνωριστεί ως πρόσφυγες διότι έχουν δικαιολογημένο φόβο δίωξης λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικής προέλευσης, πολιτικών πεποιθήσεων στη χώρα τους ή διότι τρέπονται σε φυγή λόγω συγκρούσεων ή γενικευμένης βίας και δεν απολαμβάνουν την προστασία της χώρας τους και μάλιστα συχνά είναι η ίδια η κυβέρνηση της χώρας τους που τους απειλεί με διώξεις. Και σε αυτές τις περιπτώσεις το άσυλο αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα για το πρόσωπο αυτό και υπάρχει αντίστοιχα απαράβατη υποχρέωση παροχής προστασίας από τη χώρα στην οποία απευθύνεται.
Από αυτές λοιπόν τις κατηγορίες είναι προφανές ότι οι παράτυποι μετανάστες δεν παίρνουν, ούτε και ζητούν, κάποιο επίδομα, καθώς φυσικά θα κινδύνευαν με απέλαση. Λαμβάνουν όμως δημόσιο βοήθημα οι αιτούντες άσυλο, τους πρώτους έξι μήνες που δεν έχουν το δικαίωμα πρόσβασης στην αγορά εργασίας, καθώς και οι αναγνωρισμένοι πρόσφυγες όπως ορίζεται από το Νόμο περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών. Ο εν λόγω νόμος διασφαλίζει το δικαίωμα αξιοπρεπούς διαβίωσης σε κάθε άτομο που διαμένει νόμιμα στη Δημοκρατία και δεν έχει τους αναγκαίους πόρους για κάλυψη των βασικών και ειδικών του αναγκών όπως αυτές καθορίζονται από το Νόμο και ανέρχεται στο ποσό των € 453 για τον αρχηγό του νοικοκυριού, στα € 226 για κάθε εξαρτώμενο που έχει συμπληρώσει το 14ο έτος της ηλικίας του και στα € 135,60 για κάθε εξαρτώμενο που δεν έχει συμπληρώσει το 14ο έτος της ηλικίας του και όχι λοιπόν στα εξωφρενικά ποσά που ακούγονται κατά καιρούς. Επίσης όσον αφορά τον αριθμό προσώπων που λαμβάνουν το βοήθημα επίσης διαδίδονται αβάσιμα στερεότυπα και αξίζει να σημειωθεί πως στους 23.500 που πήραν το δημόσιο βοήθημα το 2011 στην Κύπρο, μόλις οι 1.774 ήταν αιτούντες άσυλο, πρόσφυγες και άτομα με κάποιο καθεστώς διεθνούς προστασίας ή ανθρωπιστικής βοήθειας. Και σχετικά, έχουν μειωθεί επίσης και οι εκκρεμείς από προηγούμενα έτη αιτήσεις ασύλου, από 11.500 το 2005 έφτασαν τις 909 τον Ιούλιο του 2011.
Εν καιρώ κρίσης είναι εύκολο να χάνει κανείς τους στόχους και να αποπροσανατολίζεται η αντικειμενικότητα και η ανθρωπιά. Τα απτά στοιχεία έναντι σε εντυπώσεις και παραπλανητικές πληροφορίες είναι ένας από τους καλύτερους τρόπους να κερδίσει κανείς τη μισαλλοδοξία και τη ξενοφοβία ώστε να μην αποπροσανατολίζεται από τις πραγματικές αιτίες των κοινωνικών προβλημάτων και να μην πέφτει στην παγίδα του να κατηγορεί αποδιοπομπαίους τράγους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου