Ρατσιστική βία και εγκλήματα ρατσιστικού μίσους στην Κύπρο
Α. Το Ευρύτερο Πλαίσιο που οδήγησε στη Ρατσιστική Βία της 5ης Νοεμβρίου 2010
Όταν το Νοέμβριο 2006 κουκουλοφόροι ανήλικοι επέδραμαν στην Αγγλική Σχολή και επιτέθηκαν εναντίον Τουρκοκυπρίων μαθητών, ανακοίνωση του Φόρουμ Ενάντια στο Ρατσισμό και των Εθνικισμό που συστάθηκε τότε, προέβλεψε ότι η βία που προέκυψε σαν αποτέλεσμα του κλίματος της μη-ανεχτικότητας και της πολεμικής που αναπτύχθηκε γύρω από το σχέδιο Ανάν, σύντομα θα εκδηλωνόταν ευρύτερα ενάντια στους μετανάστες και τους Τουρκοκύπριους. Στο αρνητικό κλίμα προστέθηκε ο αντίκτυπος της οξυνόμενης οικονομικής κρίσης, της αυξανόμενης ανεργίας και της εργασιακής ανασφάλειας. Τους τελευταίους μήνες μερίδα των ΜΜΕ εξαπέλυσε στοχευόμενη επίθεση κατά της «μεταναστευτικής πολιτικής Συλικιώτη», όπως την αντιλαμβάνονται, με όπλα τους τις «ανησυχίες ενεργών πολιτών» σε σχέση με την «ανεξέλικτη ροή λαθρομεταναστών» και τα «υπερβολικά επιδόματα» που σύμφωνα με αυτούς καταβάλλονται στους μετανάστες. Η αποθράσυνση της ακροδεξιάς για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες, η οποία τρέφεται από τα δημοσιεύματα αυτά, δεν φαίνεται να απασχολεί ιδιαίτερα ούτε τα ΜΜΕ ούτε και την πλειοψηφία του πολιτικού κόσμου που μοιάζει απαθής μπροστά στο επικίνδυνο αυτό φαινόμενο. Είναι δε γνωστό ότι η συζήτηση σε σχέση με τα επιδόματα στους μετανάστες άναψε κυριολεκτικά όταν ο Ζαχαρίας Κουλίας διοχέτευσε στον τύπο πριν λίγους μήνες αντίγραφο επιταγής του Γραφείο Ευημερίας προς όφελος μετανάστη με στόχο να εξάψει το φυλετικό μίσος και να προκαλέσει τη λανθασμένη εντύπωση πως οι μετανάστες λαμβάνουν μηνιαία εισοδήματα της τάξης των 7,000 Ευρώ μηνιαίως. Η προσπάθεια αυτή στόχευε στο να διαστρεβλώσει την πραγματική εικόνα, η οποία είναι πολύ διαφορετική. Οι μη Κύπριοι λήπτες δημοσίου βοηθήματος δεν ξεπερνούν τους 1,500 σε σύνολο 25,000 ληπτών.
Το 2006 η πρωτοβουλία που εξελίχτηκε στο Διακοινοτικό Φόρουμ ενάντια στον Εθνικισμό και Ρατσισμό επεσήμανε τα εξής σε διακήρυξη της μετά τις επιθέσεις στην Αγγλική σχολή:
H επίθεση κατά των Τ/Κ μαθητών δεν ήταν ούτε μεμονωμένη ούτε τυχαία, αλλά αποτέλεσμα μακροπρόθεσμων θεσμικών διεργασιών στην κοινωνία και του δημόσιου λόγου που ασκείται από πολιτικά πρόσωπα και στις δύο πλευρές, από κάποια μερίδα των ΜΜΕ και από το εκπαιδευτικό σύστημα που προωθεί εθνοκεντρικές και εθνικιστικές αξίες.
Αν δεν λάβουμε μέτρα για την αντιμετώπιση της έξαρσης του ρατσισμού και του εθνικισμού, οι επιθέσεις θα επαναληφθούν και ίσως εντατικοποιηθούν.
Οι ακραίες συμπεριφορές που παρατηρούνται δεν διαπνέονται μόνο από εθνικισμό αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις και από ρατσισμό και θύματα τους δεν είναι μόνο οι Τ/Κ αλλά και οι μετανάστες.
Ε/Κ και Τ/Κ πρέπει να αναπτύξουν κοινή δράση, με τη δημιουργία κοινών θεσμών για την καταπολέμηση των φαινόμενων αυτών, στοχεύοντας τους τομείς της παιδείας, των ΜΜΕ, του πολιτικού λόγου και δημιουργώντας ευκαιρίες για οικοδόμηση κλίματος σεβασμού και εμπιστοσύνης, ιδιαίτερα μεταξύ των νέων.
Δεν υπάρχει η πολυτέλεια της αδράνειας, της αδιαφορίας και της σιωπής. Αυτό αφήνει χώρο στα φαινόμενα του εθνικισμού και του ρατσισμού να οικοδομούν βάσεις μέσα στην κοινωνία και να διογκώνονται.
Οι ρατσιστικές επιθέσεις πλήθυναν από τότε που έγινε η επίθεση στο English School. Κάποιες είδαν το φως της δημοσιότητας, έτυχαν χειρισμού από την Αρχή κατά του Ρατσισμού και καταγράφηκαν από το σχετικό μηχανισμό της Αστυνομίας. Ωστόσο, πολλές παρέμειναν στην αφάνεια, αφού τα θύματα δεν έχουν πρόσβαση ούτε σε συμβουλευτικές υπηρεσίες, ούτε στα ΜΜΕ ούτε σε μηχανισμούς παραπόνων και στις πλείστες των περιπτώσεων για διάφορους λόγους δεν επιθυμούν την αντιπαράθεση με την Κυπριακή πολιτεία και τους θεσμούς της.
Τα εγκλήματα ρατσιστικού μίσους δεν έχουν αποδέκτες μόνο μη Κύπριους. Δεν είναι τυχαίο ότι το άτομο που μαχαιρώθηκε στο στομάχι από τα νεοφασιστικά στοιχεία ήταν Τουρκοκύπριος μουσικός που έπαιξε κιθάρα στο αντιρατσιστικό φεστιβάλ. Το δικαίωμα στη ζωή είναι το ιερότερο δικαίωμα που μεταφράζεται συνταγματικά ως δικαίωμα προστασίας από την όποια απειλή της ζωής του, είτε άμεση, είτε έμμεση, αλλά και το δικαίωμα σε νομική θεραπεία αν απειληθεί η ζωή ή τραυματιστεί. Αυτό συμπεριλαμβάνει και τις όποιες εκφάνσεις μίσους με την έννοια ότι «αξίζει να θανατωθεί» κάποιος που υπερασπίζεται τα δικαιώματα των «άλλων» (π.χ. τ/κ ή/και μεταναστών), ή που υποστηρίζει απόψεις που οι ακροδεξιοί και εθνικιστές θεωρούν «ενδοτικές». Όπως και οι αντιρατσιστές στο φεστιβάλ, πρόσφατα, ο δημοσιογράφος Μακάριος Δρουσιώτης βρέθηκε στο στόχαστρο του Χριστόφιαςwatch, όπου Ελληνοκύπριος με το ψευδώνυμο «Ρήγας» διατύπωσε την γνώμη ότι «Μόνο στην Κύπρο μπορεί να ζήσει ο Μακάριος που οι προδότες, οι δωσίλογοι, τα γιουσουφάκια, οι πουτάνες και οι σφογγοκωλάριοι του κατακτητή (και το συγκεκριμένο ανθρωπάκι της ντροπής τα συνδυάζει ΟΛΑ) μπορούν και πουλάνε μούρη. Φωτιά και τσεκούρι στους προδότες. Λάκκος με ασβέστη στους δωσίλογους» (4.3.2010).» Σαφέστατα πρόκειται για έγκλημα ρατσιστικού μίσους, το οποίο ωστόσο έμεινε ατιμώρητο.
Για τα πρόσφατα γεγονότα θέσαμε τα εξής ζητήματα:
Πρώτον, τίθεται ζήτημα ηθικής και πολιτικής ευθύνης για το Ζαχαρία Κουλία που συμμετείχε στην πορεία σε ηγετική θέση, ενθαρρύνοντας σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες τις επιθέσεις εναντίον των αντιρατσιστών και των μεταναστών. Να θυμίσουμε ο ίδιος βουλευτής που το 2004 δήλωσε σε σχέση με τον τότε ΓΓ του ΟΗΕ «τι να περιμένει κάποιος από ένα μαύρο». Αν το ΔΗΚΟ εξακολουθεί να του προσφέρει πολιτική στέγη, τότε δεν μπορεί να διεκδικεί θέση στο Κέντρο αλλά στην Ακροδεξιά. Οι πράξεις και δηλώσεις του σε σχέση με τα γεγονότα αποτελούν κατά την άποψη μας παραβίαση του άρθρου 47(1)(β) του Ποινικού Κώδικα που απαγορεύει ενέργειες που προωθούν την εχθρότητα μεταξύ ομάδων λόγω φυλής, θρησκείας ή χρώματος. Ευελπιστούμε ότι ο Γενικός Εισαγγελέας θα λάβει μέτρα για τη ποινική δίωξη του.
Δεύτερον, τίθεται ζήτημα για τον πλημμελή χειρισμό από μέρους της αστυνομίας που επέτρεψε στη φασιστική πορεία να διέλθει του φεστιβάλ με φονικά αντικείμενα στην κατοχή τους. Υπάρχουν πολλές μαρτυρίες συμμετεχόντων στο φεστιβάλ των οποίων η ζωή και η ασφάλεια απειλήθηκαν άμεσα και ενώ απελπισμένα φώναζαν τους αστυνομικούς για βοήθεια, οι τελευταίοι τους κοιτούσαν με προκλητική απάθεια. Σε κάποιες περιπτώσεις μάλιστα κινδύνεψαν παιδιά, που φυγαδεύτηκαν από τους συμμετέχοντες ενώ οι αστυνομικοί αδιαφορούσαν.
Τρίτον, αποτελεί πλέον θέμα τάξης ο τρόπος χειρισμού των ακροδεξιών οργανώσεων από την Πολιτεία αφού είναι φανερό ότι οι δηλώσεις των κρατικών αξιωματούχων και των κομμάτων που καταδικάζουν την ρατσιστική βία δεν αρκούν για να αναχαιτίσουν τη δράση τους. Καθίσταται επιτακτική ανάγκη να τεθούν εκτός νόμου.
Τέταρτον, είναι πλέον καιρός τα ΜΜΕ που δεν αρέσκονται σε έξωθεν παρεμβάσεις επί της δεοντολογίας να αναλογιστούν τις ευθύνες τους σε σχέση με την άνοδο του ρατσισμού στην Κύπρο. Είναι τουλάχιστον απαράδεχτο να ακούμε το κρατικό ραδιοφωνικό κανάλι να κρατά ίσες αποστάσεις μεταξύ ρατσιστών και αντιρατσιστών, περιγράφοντας τους μεν ως εκδήλωση κατά της λαθρομετανάστευσης και τους δε ως εκδήλωση υπέρ των μεταναστών. Εξ ίσου καταδικαστέα θεωρούμε και τη δήλωση Μητσόπουλου που κινήθηκε περίπου στα ίδια πλαίσια με την κάλυψη του ΡΙΚ. Βρισκόμαστε στο μεταίχμιο μιας χωρίς προηγούμενη έξαρσης ρατσιστικής βίας και πρέπει όλοι να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων προτού θρηνήσουμε θύματα.
Β. Τα βασικά ευρήματα της έκθεσης: Σύνοψη
Η παρούσα έκθεση αποτελείται από στοιχεία που συλλέχτηκαν για σκοπούς έρευνας που υποβλήθηκε στον Οργανισμό για τα Θεμελιώδη Δικαιώματα της ΕΕ. Η καταγραφή του ρατσιστικού εγκλήματος ξεκίνησε μόλις το 2005 με την δημιουργία βασικού μηχανισμού καταγραφή του ρατσιστικού εγκλήματος ή εγκλήματος με ρατσιστική χροιά. Το σχετικό τμήμα της αστυνομίας είναι υποστελεχωμένο, επιφορτισμένο με τόσα άλλα καθήκοντα και προτεραιότητες με αποτέλεσμα η καταγραφή αυτή να είναι ελλιπής, ενώ η επεξεργασία των στοιχείων να είναι ακόμα πιο ελλιπής.
Δυστυχώς, παρά τις σημαντικές θεσμικές βελτιώσεις που έχουμε μετά την ένταξη στην ΕΕ, η χώρα μας δεν διαθέτει παραδόσεις αποτελεσματικής καταγραφής και παρακολούθησης των ρατσιστικών ή άλλων εγκλημάτων μίσους. Επίσης, η παρακαταθήκη της πολιτικής (ενδοεθνοτικής και διακοινοτικής) βίας τα τελευταία 60 χρόνια, η ατιμωρησία των ενόχων σε συνδυασμό με την συνεχιζόμενη de facto διαίρεση της χώρας και το άλυτο κυπριακό δημιουργούν μια αρνητική ιστορική και θεσμική βάση. Η διεξαγωγή δημοσίου διάλογου γύρω από την εθνοτική/ρατσιστική βία του παρελθόντος, ενώ ταυτόχρονα γίνονται ταυτοποιήσεις των λειψάνων, εξακολουθεί να είναι προβληματική και να περιβάλλεται από τη σιωπή που, κατά μία γενικευμένη αλλά στρεβλή άποψη, προωθεί τα δίκαια της πλευράς μας στο Κυπριακό.
Πέραν της αστυνομίας, η Ανεξάρτητη Αρχή για την Διερεύνηση Παραπόνων κατά της Αστυνομίας διαθέτει το δικό της σύστημα καταγραφής, το οποίο ωστόσο δεν καταγράφει εγκλήματα με ρατσιστικό κίνητρο ή άλλα εγκλήματα μίσους, αλλά κατηγοριοποιεί τα παράπονα στη βάση της ιθαγένειας/υπηκοότητας των παραπονούμενων, πράγμα που επιτρέπει την εξαγωγή κάποιων συμπερασμάτων.
Το 2009, η Αγγλική σχολή εγκαθίδρυσε μηχανισμό καταγραφής παρενόχλησης και βίας, συμπεριλαμβανομένης και της ρατσιστικής παρενόχλησης, ενώ το 2011 το υπουργείο Παιδείας θα καταγράφει περιστατικά σχολικής βίας (χωρίς να περιορίζεται στη βία) που έχει ρατσιστικά, θρησκευτικά και ομοφοβικά κίνητρα ή χροιά. Δεν υπάρχουν δυστυχώς άλλοι μηχανισμοί καταγραφής στην Κύπρο.
Υπάρχουν ωστόσο τα τελευταία χρόνια μια σειρά από σημαντικές έρευνες, από το 1996 και κυρίως μετά την ένταξη στην ΕΕ, που προσφέρουν σημαντικά στοιχεία για την διερεύνηση του φαινομένου, ή καλύτερα των ρατσιστικών φαινομένων. Σήμερα είκοσι χρόνια από τότε που επιτράπηκε η εργοδότηση μεταναστών εργατών από εγκεκριμένους εργοδότες σε συγκεκριμένους τομείς με βάση τα κριτήρια που συμφωνήθηκαν από τους κοινωνικούς εταίρους, υπάρχει σημαντικός πλούτος γνώσεων και εμπειριών αναφορικά στο ζήτημα της μετανάστευσης, τους μετανάστες από τρίτες χώρες και τους λόγους για τη διαμόρφωση απόψεων πάνω στα συγκεκριμένα θέματα στην Κύπρο. Ωστόσο υπάρχουν και σημαντικά κενά, κυρίως αναφορικά με τους επίσημους αλλά και ανεπίσημους μηχανισμούς καταγραφής και παρακολούθησης του ρατσιστικού φαινομένου στην Κύπρο. Έρευνες κατά το 2010 καταδεικνύουν ότι υπάρχει πόλωση και όξυνση των αρνητικών αντιλήψεων για τους μετανάστες. Δεν είναι τυχαίο ότι νεοφασιστικές και ρατσιστικές ομάδες επέλεξαν αυτή χρονική στιγμή να εντείνουν προπαγανδιστική τους εκστρατεία, να ωθήσουν την κατάσταση στα άκρα και να αυξήσουν την βίαιη δράση τους με σοβαρά επεισόδια επιθέσεων κατά μεταναστών και τ/κ.
Το Νομικό Πλαίσιο
Η Κυπριακή δημοκρατία δεν έχει ακόμα ενσωματώσει την Απόφαση-πλαίσιο 2008/913/ΔΕΥ του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 28ης Νοεμβρίου 2008 για την καταπολέμηση ορισμένων μορφών και εκδηλώσεων ρατσισμού και ξενοφοβίας μέσω του ποινικού δικαίου στη Κυπριακή έννομη τάξη. Ωστόσο, έχει δεσμευτεί να το πράξει μέχρι τις 28 Νοεμβρίου 2010, οπόταν όλα τα κράτη-μέλη υποχρεούνται να εφαρμόσουν την σχετική ευρωπαϊκή οδηγία. Σύμφωνα με την απόφαση-πλαίσιο ο όρος «μίσος» θα πρέπει να νοηθεί ως αναφερόμενος σε μίσος που βασίζεται στη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, τις γενεαλογικές καταβολές ή την εθνική ή εθνοτική καταγωγή.
Περαιτέρω, η κύρωση διαφόρων σχετικών Διεθνών συμβάσεων και συμβάσεων του Συμβουλίου της Ευρώπης ενισχύουν το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο, χωρίς ωστόσο να καλύπτουν επαρκώς κι εξ ολοκλήρου όλους τους τομείς που προνοούνται από την Απόφαση-πλαίσιο.
Υπάρχουν ήδη ποινικές πρόνοιες που απαγορεύουν το έγκλημα που έχει ρατσιστικό ή θρησκευτικό κίνητρο ή χροιά, οι οποίες, σε ορισμένες περιπτώσεις, εκτείνονται πέραν των προνοιών της απόφασης-πλαισίου. Σύμφωνα με τον ποινικό κώδικα η απειλή για χρήση βίας είναι ποινικό αδίκημα. Πέραν αυτού, υπάρχουν απαγορευτικές δεσμεύσεις για την εκφορά του ρατσιστικού λόγου:
Πρώτον, η Διεθνής Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την Εξάλειψη Κάθε Μορφής Φυλετικής Διάκρισης, που η Κύπρος έχει κυρώσει (Ν.12/1967 και Ν.11(ΙΙΙ)/92) ποινικοποίησε αδικήματα σχετικά με το ρατσισμό. Συγκεκριμένα, ο νόμος προνοεί [βλ. άρθρο 2Α(3)]: «Κάθε πρόσωπο το οποίο δημόσια, είτε προφορικά είτε διά τύπου… ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, εκφράζει ιδέες προσβλητικές κατά προσώπου ή ομάδας προσώπων λόγω της φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής τους… είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τον ένα χρόνο ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες ή και τις δύο ποινές.»
Δεύτερο, συμπεριφορές ρατσιστικού περιεχομένου μπορούν διώκονται ποινικά στη βάση του άρθ. 51Α του Ποινικού Κώδικα, όπου προνοούνται: « Όποιος δημόσια ή με οποιοδήποτε τρόπο και σε οποιαδήποτε μορφή προκαλεί τους κατοίκους σε βιαιοπραγίες μεταξύ τους ή σε αμοιβαία διχόνοια ή καλλιεργεί τη διαμόρφωση του κλίματος μισαλλοδοξίας, είναι ένοχος πλημελλήματος και τιμωρείται με φυλάκιση δώδεκα μηνών ή με χρηματική ποινή χιλίων λιρών ή και με τις δύο αυτές ποινές.»
Τρίτο, το άρθρο 47(1)(β) του Ποινικού Κώδικα προνοεί ότι: «Οποιοσδήποτε προβαίνει σε οποιαδήποτε ενέργεια δημοσίως, με πρόθεση να προωθήσει εχθρότητα μεταξύ των κοινοτήτων, των θρησκευτικών ομάδων, λόγω της φυλής, της θρησκείας, του χρώματος ή του φύλου του, είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε φυλάκιση μέχρι πέντε ετών.»
Τέταρτο, το ΕΔΑΔ με σειρά σχετικής νομολογίας έχει θέσει σαφώς τα επιτρεπτά όρια του λόγου και έχει εγκρίνει μέτρα για προστασίας ενάντια στο ρατσιστικό λόγο ως αποδεκτές ενέργειες σε μια δημοκρατική κοινωνία.
Το κύριο πρόβλημα είναι ότι οι πιο πάνω πρόνοιες στην πράξη δεν τυγχάνουν εφαρμογής στην Κύπρο.
Επίσημα στοιχεία για το ρατσιστικό έγκλημα
Μια συνέντευξη με την επικεφαλής του γραφείου της αστυνομίας για την καταπολέμηση των διακρίσεων κατέδειξε τις πιέσεις, τις προκλήσεις και τους περιορισμούς που αντιμετωπίζει το τμήμα αυτό και το αποτέλεσμα που προκύπτει σε σχέση με την παρακολούθηση του ρατσιστικού εγκλήματος. Πέρα από τα περιορισμένα μέσα που διαθέτει σε σχέση με τον προϋπολογισμό και το ανθρώπινο δυναμικό, υπάρχουν περιοριστικοί παράγοντες στο να κινηθούν νομικά ενάντια στο ρατσιστικό έγκλημα. Οι περιορισμοί σχετίζονται με την ανάγκη διασφάλισης του δικαιώματος της ελεύθερης έκφρασης, με την ευρεία διακριτική ευχέρεια του Γενικού Εισαγγελέα στο κατά πόσο θα κινηθούν αγωγές ή όχι και για τι είδους αδικήματα και ο αρνητικός αντίχτυπος της αθώωσης από το δικαστήριο του Χρυσαυγίτη που το 2005 επιτέθηκε σε Τουρκοκύπριους. Οι παράγοντες αυτοί τείνουν να δημιουργούν μια διστακτικότητα στο να ανοίγονται υποθέσεις και να κινούνται αγωγές για ρατσιστικό έγκλημα. Αντ΄ αυτού, διαφαίνεται μια τάση να κινούνται αγωγές για λιγότερο σοβαρά αδικήματα όπως η διατάραξη της τάξης κλπ, σε μια προσπάθεια να διασφαλιστεί η καταδίκη των κατηγορούμενων από το δικαστήριο.
Κατά μέσο όρο, η αστυνομία καταγράφει περίπου 6 ρατσιστικά περιστατικά ανά έτος, αριθμός που κατά γενική ομολογία δεν αντανακλά την πραγματική έκταση της ρατσιστικής βίας στην Κύπρο. Από το 2005 που άρχισε η καταγραφή, αγωγές για ρατσιστικό έγκλημα κινήθηκαν σε δύο περιπτώσεις: στην περίπτωση της επίθεσης εναντίον Τουρκοκύπριου από Χρυσαυγίτη το 2005 που προαναφέρθηκε και σε μια άλλη πιο πρόσφατη υπόθεση κλοπής που εκκρεμεί.
Η Στατιστική Υπηρεσία της Δημοκρατίας τηρεί στατιστικά στοιχεία για την υπηκοότητα των θυμάτων από εγκλήματα. Όμως το μόνο συμπέρασμα που μπορεί να εξαχθεί είναι ότι ο αριθμός των ξένων που πέφτουν θύματα εγκλημάτων είναι δυσανάλογα μεγάλος.
Ο μηχανισμός της ανεξάρτητης διερεύνησης παραπόνων κατά της αστυνομίας
Η Ανεξάρτητη Αρχή για τη Διερεύνηση Παραπόνων και Ισχυρισμών κατά της Αστυνομίας καταγράφει παράπονα που έγιναν από μη-Κύπριους εναντίον μελών της αστυνομίας, σε νούμερα κατά πολύ μεγαλύτερα από αυτά που καταγράφει η ίδια η αστυνομία. Παραμένει ζήτημα το κατά πόσον τα αδικήματα που διαπράχτηκαν από αστυνομικούς εναντίον μη Κυπρίων μπορούν εύλογα να καταταχτούν στα ρατσιστικά περιστατικά, αφού κατά γενική παραδοχή μέλη της αστυνομίας επιδεικνύουν παρόμοια συμπεριφορά και έναντι Κυπρίων πολιτών. Έτσι το μόνο συμπέρασμα που μπορεί να εξαχθεί είναι ότι πρόκειται για δυνητικά ρατσιστικά περιστατικά. Σύμφωνα με τα στοιχεία που συνέλεξε η Ανεξάρτητη Αρχή, αρκετά από τα παράπονα που υποβλήθηκαν από μη-Κύπριους εναντίον μελών της Αστυνομίας ήταν βάσιμα και εκ πρώτης όψεως διαφαίνονταν ποινικές ευθύνες. Όμως η διακριτική ευχέρεια του Γενικού Εισαγγελέα στο να προχωρήσει ή όχι με ποινικές διαδικασίες κατά των εμπλεκόμενων αστυνομικών παραμένει εμπόδιο στην ουσιαστική και αποτελεσματική εφαρμογή της εντολής της Αρχής, η οποία συστάθηκε για να μπορεί να διεξάγει διερευνήσεις που θα οδηγήσουν στην απόδοση ποινικών ευθυνών.
Ανεπίσημα στοιχεία
Στην Κύπρο δεν έγινε ποτέ ουσιαστική έρευνα για το ρατσιστικό έγκλημα. Η έκθεση αυτή αναφέρεται επομένως σε δημοσκοπήσεις, ποιοτικές έρευνες και εκθέσεις πολιτικής, που είναι απαραίτητες για την κατανόηση του τοπίου εντός του οποίου διαπράττεται το ρατσιστικό έγκλημα. Καταγράφονται έρευνες για τις απόψεις των αποδεκτών της ρατσιστικής βίας, για τις τάσεις (ρατσιστικές και αντι-ρατσιστικές) ανάμεσα στους νέους, για την αρνητική προδιάθεση των Κυπρίων έναντι της μετανάστευσης και έναντι των μη Ελληνοκυπρίων, που συχνά εκδηλώνεται σε βία ενάντια στις πιο ευάλωτες ομάδες, όπως είναι οι μετανάστριες οικιακές βοηθοί, οι μαύροι ποδοσφαιριστές και οι Τουρκοκύπριοι. Η έρευνα αυτή αποδίδει την πρόσφατη έξαρση της ρατσιστικής βίας στην άνοδο της ακροδεξιάς σε συνδυασμό με την αναποτελεσματικότητα των μέτρων για την καταπολέμηση του ρατσιστικού μίσους.
Η έκθεση καταγράφει επίσης μια σειρά από ρατσιστικά περιστατικά που είδαν το φως της δημοσιότητας τα τελευταία δύο χρόνια..
Άλλες πηγές
Η έκθεση παραθέτει στοιχεία από διάφορες Ευρωπαϊκές και διεθνείς εκθέσεις για την Κύπρο όπως είναι η Τρίτη Έκθεση της ECRI για την Κύπρο του 2006, η Έκθεση του Επίτροπου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του Συμβουλίου της Ευρώπης του 2006, η Έκθεση της Επιτροπής για την Εξάλειψη των Φυλετικών Διακρίσεων του 2001, η έκθεση της Επιτροπής κατά των Βασανιστηρίων του 2004, οι ετήσιες εκθέσεις της κυβέρνησης των ΗΠΑ για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Κύπρο. Όλες οι εκθέσεις αυτές καταδεικνύουν το πρόβλημα της ρατσιστικής βίας στην Κύπρο και της ελλιπούς αντιμετώπισης του. Στο εθνικό επίπεδο, μια σειρά από εκθέσεις της Αρχής κατά του Ρατσισμού παραθέτουν στοιχεία για το ρατσιστικό έγκλημα στην Κύπρο και για την ελλιπή καταγραφή και το χειρισμό του από την αστυνομία καθώς και από τα σχολεία, τα οποία διαφαίνονται ιδιαίτερα δισταχτικά στο να αναγνωρίσουν και να αντιμετωπίσουν το ρατσισμό στο χώρο τους, επιλέγοντας την πεπατημένη της «νεανικής παραβατικότητας».
Τάσεις αναφορικά με τα ρατσιστικά και άλλα εγκλήματα μίσους
Με δεδομένες της αδυναμίες και τις ανεπάρκειες στη καταγραφή του ρατσιστικού εγκλήματος και άλλων εγκλημάτων βίας μπορούμε να καταλήξουμε σε τελικά ή απολύτως επαληθεύσιμα συμπεράσματα ως προς τις τάσεις στην κυπριακή κοινωνία. Στην εκτίμηση της κατάστασης επισημαίνουμε την ανάγκη να αποφεύγονται οι όποιες υπερβολές γιατί εκτός από αντιεπιστημονικό, τούτο θα ήταν ανεύθυνο, εφόσον μπορεί να οξύνει το πρόβλημα: αποθρασύνει ακόμα περισσότερο τις ακροδεξιές και ρατσιστικές ομάδες που πιθανών να ενθαρρυνθούν αν αποδειχτεί ότι επισημάνουμε όξυνση ή πόλωση. Εξάλλου από τις μέρες του φασισμού, αλλά και κατά τις διαφορές μεταπολεμικές παραλλαγές και μεταλλάξεις του μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο αυτό, οι φασίστες αποδεδειγμένα επιδιώκουν το «φυλετικό πόλεμο» ή τη «σύγκρουση πολιτισμών» που να συνάδει με το δόγμα του Enoch Powel ότι είναι αδύνατη η συμβίωση και να επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις τους για τα «ποτάμια από αίμα». Από την άλλη πλευρά όμως ο κίνδυνος υποβάθμισης και παραγνώρισης της σοβαρότητας της κατάστασης οδηγεί όχι απλά στον εφησυχασμό και την αδράνεια, αλλά ακριβώς επιτρέπει στα φαινόμενα αυτά να αυξάνονται και να οξύνονται χωρίς να τίθενται οι αναγκαίες ασφαλιστικές δικλείδες και πολιτικές για την αναχαίτιση τους. Επισημαίνουμε ότι η χρόνια τάση είναι η συστηματική υποτίμηση των κινδύνων και την απεικόνισης των προβλημάτων ως «μεμονωμένα» και χωρίς συνέχεια. Παρά το γεγονός ότι οι επίσημοι δείκτες δεν μας λένε και πολλά πράγματα για τις τάσεις, εφόσον τα εργαλεία είναι υπανάπτυχτα και οι μηχανισμοί καταγραφής και παρακολούθησης ελλιπείς, τα «ανεπίσημα» στοιχεία και πληθώρα ερευνών καταδεικνύουν αυξητική τάση των ρατσιστικών εγκλημάτων στην Κύπρο.
Μόνο ορισμένες από τις ρατσιστικές επιθέσεις βλέπουν το φως της δημοσιότητας, π.χ. φέτος οι επιθέσεις ενάντια στο Νιγηριανό και τον Ινδό φοιτητή προφανώς από νεοφασίστες του ΕΛΑΜ ή η επίθεση ενάντια στην 14χρονη μαθήτρια από συμμαθητές της ο 2008, ενώ άλλες αγνοούνται π.χ. οι επιθέσεις με βόμβες μολότοφ ή οι επιθέσεις ενάντια σε Τ/Κ που συνήθως παρασιωπούνται. Εξάλλου, η παράδοση της ακροδεξιάς βία έχει τις ρίζες της τα τελευταία 60 χρόνια στην ιστορίας του κυπριακού: Η εθνοτική και πολιτική βία δεν περιορίστηκε ενάντια στον «εθνοφυλετικάάλλο», αλλά υπάρχει ιστορία δολοφονιών, βίας και προπηλακισμών ενάντια σε ομοεθνείς που δεν ακολουθούσαν την εθνικιστική γραμμή.
Η εκτίμηση ότι έχουμε κλιμάκωση της ρατσιστικής εγκληματικότητας βασίζεται στο γεγονός ότι τα μέτρα που έχουν ληφθεί δεν είναι αποτελεσματικά γιατί δεν εφαρμόζονται οι σχετικές πρόνοιες των νόμων. Έτσι δημιουργήθηκε χώρος για δράση και ενίσχυση του φασισμού ανάμεσα στο 10% των νέων, που οι πρώτες έρευνες είχαν εντοπίσει ως τον «σκληρό πυρήνα» με ρατσιστικές προδιαθέσεις (βλ. Χαράκης και Σήτας). Επίσης τα ακόλουθα συμπεράσματα μπορούν να εξαχθούν από άλλες έρευνες:
(α) Το γενικότερο κλίμα επέτρεψε την δημιουργία νεοδημιουργηθέντων ακροδεξιών σχημάτων, κυρίως εισαγόμενα από την Ελλάδα, καθώς επίσης στον ανασχηματισμό παλιότερων και νεότερων Ε/Κ εθνικιστικών και ρατσιστικών καταστάσεων για την «σωτηρία της Κύπρου» τα οποία είχαν απονομιμοποιηθεί στη συνείδηση του λαού μετά το πραξικόπημα και την εισβολή.
(β) Εμπειρικές έρευνες για τις δύο τελευτές δεκαετίες δείχνουν ότι τα ρατσιστικά εγκλήματα δεν έχουν υποχωρήσει πάρα τις θεσμικές βελτιώσεις (πολιτική ένταξης, νέοι θεσμοί, εκπαίδευση/ σχολείο κτλ.
(γ) Έρευνα για τον ρατσισμό στα σπορ επισημαίνει σημαντικές μετατοπίσεις στην συμπεριφορά των νέων γενικότερα που μπορεί να συμβάλει στην κατανόηση του επίπεδου, της έντασης και της διαιώνιση ρατσιστικών τάσεων. Παρά τα κατασταλτικά μέτρα ενάντια στη γηπεδική βία έχουμε πολλαπλές μετατοπίσεις π.χ. εκτός γηπέδου, σε νεότερες ηλικίες.
(δ) Ασφαλώς, η έστω ελλιπής παρακολούθηση και χειρισμός των περιστατικών τα τελευταία χρόνια οδήγησε σε αυξημένη ευαισθητοποίηση και σε βελτιωμένη κατανόηση του προβλήματος. Επίσης, σε λεκτικό επίπεδο έχουμε μια πιο αποφασιστική στάση για ηθική καταδίκη αυτών των φαινομένων από την κυβέρνηση και τους φορείς εξουσίας. Εντούτοις, η στάση της ηγεσίας των εκπαιδευτικών να υποβιβάζουν τα όποια ρατσιστικά περιστατικά σαν απλώς παραβατικότητα ή αποκλίνουσα συμπεριφορά δεν βοηθά στην αντιμετώπιση του φαινομένου του ρατσισμού στα σχολεία.
Καλές πρακτικές
Πρόκειται για έναν τομέα ιδιαίτερα ελλιπή. Στο επίπεδο της κοινωνίας των πολιτών, είναι η πρωτοβουλία των καθηγητών του English School να διαμορφώσουν ολοκληρωμένη πολιτική για την πρακτική γνωστή σαν ‘bullying’ που περιλαμβάνει και τη ρατσιστική παρενόχληση. Στον τομέα της διακοινοτικής βίας, αξιόλογη είναι η σύσταση της δικοινοτικής επιτροπής συγγενών αγνοουμένων και η σειρά ντοκιμαντέρ της Σούλας Χατζηκυριάκου ‘Η Δική μου Αλήθεια’ που προβλήθηκε από το ΡΙΚ 1 το καλοκαίρι του 2009.
Παράρτημα 1
Απόφαση-πλαίσιο 2008/913/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 28ης Νοεμβρίου 2008 για την καταπολέμηση ορισμένων μορφών και εκδηλώσεων ρατσισμού και ξενοφοβίας μέσω του ποινικού δικαίου
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως τα άρθρα 29 και 31 και το άρθρο 34 παράγραφος 2 στοιχείο β), την πρόταση της Επιτροπής, τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου [1],
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) Ο ρατσισμός και η ξενοφοβία αντίκεινται ευθέως στις αρχές της ελευθερίας, της δημοκρατίας, του σεβασμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών, καθώς και του κράτους δικαίου, αρχές στις οποίες θεμελιώνεται η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι οποίες είναι κοινές στα κράτη μέλη.
(2) Το πρόγραμμα δράσης του Συμβουλίου και της Επιτροπής όσον αφορά την άριστη δυνατή εφαρμογή των διατάξεων της συνθήκης του Άμστερνταμ για τη δημιουργία ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης [2], τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Τάμπερε της 15ης και 16ης Οκτωβρίου 1999, το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 20ής Σεπτεμβρίου 2000, σχετικά με τη θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Παγκόσμια διάσκεψη κατά του ρατσισμού και με την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στην Ένωση [3] και η ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την εξαμηνιαία ενημέρωση του πίνακα αποτελεσμάτων για την παρακολούθηση της προόδου όσον αφορά τη δημιουργία ενός χώρου "Ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης" στην Ευρωπαϊκή Ένωση (δεύτερο εξάμηνο 2000) ζητούν την ανάληψη δράσης στον συγκεκριμένο τομέα. Στο πρόγραμμα της Χάγης της 4ης και 5ης Νοεμβρίου 2004, το Συμβούλιο υπενθυμίζει τη σταθερή του δέσμευση να αντιταχθεί σε κάθε μορφή ρατσισμού, αντισημιτισμού και ξενοφοβίας, η οποία εκφράστηκε ήδη από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τον Δεκέμβριο του 2003.
(3) Την κοινή δράση 96/443/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1996, σχετικά με την καταπολέμηση του ρατσισμού και της ξενοφοβίας [4], θα πρέπει να ακολουθήσει περαιτέρω νομοθετική δράση που θα ανταποκρίνεται στην ανάγκη για την περαιτέρω προσέγγιση των νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων των κρατών μελών και για την υπέρβαση των εμποδίων που παρεμβάλλονται στην αποτελεσματική δικαστική συνεργασία και τα οποία οφείλονται κυρίως στις αποκλίσεις των νομικών προσεγγίσεων στα κράτη μέλη.
(4) Σύμφωνα με την αξιολόγηση της κοινής δράσης 96/443/ΔΕΥ καθώς και τις εργασίες που πραγματοποιήθηκαν σε άλλα διεθνή φόρα, όπως το Συμβούλιο της Ευρώπης, εξακολουθούν να υπάρχουν ορισμένες δυσκολίες όσον αφορά τη δικαστική συνεργασία· κατά συνέπεια, υπάρχει ανάγκη για περαιτέρω προσέγγιση των ποινικών δικαίων των κρατών μελών, ώστε να εξασφαλισθεί η αποτελεσματική εφαρμογή σαφών και ολοκληρωμένων νομοθετημάτων προκειμένου να καταπολεμηθούν ο ρατσισμός και η ξενοφοβία.
(5) Ο ρατσισμός και η ξενοφοβία συνιστούν απειλή για τις ομάδες προσώπων που γίνονται στόχος της συμπεριφοράς αυτής. Είναι αναγκαίο να καθορισθεί κοινή προσέγγιση ποινικού δικαίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση γι’ αυτό το φαινόμενο ώστε να εξασφαλισθεί ότι η ίδια συμπεριφορά αποτελεί αδίκημα σε όλα τα κράτη μέλη και ότι προβλέπονται αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις κατά των φυσικών και νομικών προσώπων τα οποία διαπράττουν τέτοια αδικήματα ή είναι υπεύθυνα γι’ αυτά.
(6) Τα κράτη μέλη αναγνωρίζουν ότι η καταπολέμηση του ρατσισμού και της ξενοφοβίας απαιτεί τη λήψη ποικίλων μέτρων εντός συνολικού πλαισίου και δεν είναι δυνατόν να περιορίζεται σε ποινικά ζητήματα. Η παρούσα απόφαση-πλαίσιο περιορίζεται στην καταπολέμηση ιδιαίτερα σοβαρών μορφών ρατσισμού και ξενοφοβίας μέσω του ποινικού δικαίου. Επειδή οι πολιτιστικές και νομικές παραδόσεις των κρατών μελών είναι, σε κάποια έκταση, διαφορετικές, ειδικότερα στον τομέα αυτόν, δεν είναι δυνατή επί του παρόντος η πλήρης εναρμόνιση των ποινικών δικαίων.
(7) Στην παρούσα απόφαση-πλαίσιο, ο όρος "γενεαλογικές καταβολές" θα πρέπει να νοηθεί ως αναφερόμενος κυρίως σε πρόσωπα ή σε ομάδες προσώπων που κατάγονται από πρόσωπα τα οποία θα μπορούσαν να προσδιορισθούν βάσει ορισμένων χαρακτηριστικών (όπως φυλή ή χρώμα), χωρίς αυτό να σημαίνει υποχρεωτικά ότι όλα αυτά τα χαρακτηριστικά εξακολουθούν να υπάρχουν. Παρά το γεγονός αυτό, λόγω των γενεαλογικών καταβολών τους, τα εν λόγω πρόσωπα ή ομάδες προσώπων μπορούν να αποτελέσουν στόχο μίσους ή βίας.
(8) Ο όρος "θρησκεία" θα πρέπει να νοηθεί ως αναφερόμενος γενικά σε πρόσωπα τα οποία προσδιορίζονται βάσει θρησκευτικής πίστης ή πεποιθήσεων.
(9) Ο όρος "μίσος" θα πρέπει να νοηθεί ως αναφερόμενος σε μίσος που βασίζεται στη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, τις γενεαλογικές καταβολές ή την εθνική ή εθνοτική καταγωγή.
(10) Η παρούσα απόφαση-πλαίσιο δεν εμποδίζει κράτος μέλος να θεσπίζει διατάξεις εθνικού δικαίου με τις οποίες επεκτείνεται το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 1 παράγραφος 1 στοιχεία γ) και δ) σε εγκλήματα που απευθύνονται εις βάρος ομάδας προσώπων, η οποία προσδιορίζεται βάσει άλλων κριτηρίων εκτός από εκείνα της φυλής, του χρώματος, της θρησκείας, των γενετικών καταβολών ή της εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, όπως είναι αυτά της κοινωνικής θέσης ή των πολιτικών πεποιθήσεων.
(11) Θα πρέπει να εξασφαλισθεί ότι η διερεύνηση και η ποινική δίωξη των αδικημάτων ρατσισμού και ξενοφοβίας δεν εξαρτάται από αναφορές ή καταγγελίες των θυμάτων, τα οποία είναι συχνά ιδιαιτέρως ευάλωτα και διστάζουν να κινήσουν δικαστικές διαδικασίες.
(12) Η προσέγγιση του ποινικού δικαίου θα πρέπει να οδηγήσει στην αποτελεσματικότερη καταπολέμηση ρατσιστικών και ξενοφοβικών αδικημάτων, με προώθηση πλήρους και ουσιαστικής δικαστικής συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών. Το Συμβούλιο θα πρέπει να λάβει υπόψη του τις δυσχέρειες που ενδέχεται να υπάρχουν στον τομέα αυτόν όταν θα επανεξετάσει την παρούσα απόφαση-πλαίσιο προκειμένου να αποφασίσει εάν απαιτούνται περαιτέρω μέτρα στον τομέα αυτόν.
(13) Επειδή ο στόχος της παρούσας απόφασης-πλαισίου, που συνίσταται στο να εξασφαλισθεί ότι τα ρατσιστικά και ξενοφοβικά αδικήματα τιμωρούνται σε όλα τα κράτη μέλη με τουλάχιστον κατώτερο επίπεδο αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών ποινών, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς εάν τα κράτη μέλη δρουν μεμονωμένα, δεδομένου ότι οι κανόνες αυτοί πρέπει να είναι κοινοί και συμβατοί, και εφόσον αυτός ο στόχος μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ένωση μπορεί να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας η οποία αναφέρεται στο άρθρο 2 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και προβλέπεται στο άρθρο 5 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας που προβλέπεται στο τελευταίο αυτό άρθρο, η παρούσα απόφαση-πλαίσιο δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη αυτού του στόχου.
(14) Η παρούσα απόφαση-πλαίσιο σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις αρχές που αναγνωρίζονται από το άρθρο 6 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ιδίως τα άρθρα 10 και 11 αυτής, και αντικατοπτρίζονται στο Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και κυρίως στα κεφάλαια ΙΙ και VI.
(15) Εκτιμήσεις που αναφέρονται στην ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι και την ελευθερία της έκφρασης, ιδίως την ελευθερία του τύπου και την ελευθερία της έκφρασης σε άλλα μέσα ενημέρωσης, έχουν οδηγήσει, σε πολλά κράτη μέλη, σε διαδικαστικές εγγυήσεις και ειδικούς κανόνες στο εθνικό δίκαιο όσον αφορά τον καθορισμό ή τον περιορισμό της ευθύνης.
(16) Η κοινή δράση 96/443/ΔΕΥ θα πρέπει να καταργηθεί επειδή, λόγω της έναρξης ισχύος της συνθήκης του Άμστερνταμ, της οδηγίας 2000/43/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 2000, για την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης προσώπων ανεξαρτήτως της φυλετικής ή εθνοτικής τους καταγωγής [5] και της παρούσας απόφασης-πλαισίου, έχει καταστεί άνευ αντικειμένου,
ΕΚΔΙΔΕΙ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ-ΠΛΑΙΣΙΟ:
Άρθρο 1
Αδικήματα ρατσισμού και ξενοφοβίας
1. Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσει ότι τιμωρούνται οι ακόλουθες εκ προθέσεως τελούμενες πράξεις:
α) η δημόσια υποκίνηση βίας ή μίσους που στρέφεται κατά ομάδας προσώπων ή μέλους ομάδας, που προσδιορίζεται βάσει της φυλής, του χρώματος, της θρησκείας, των γενεαλογικών καταβολών ή της εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής,
β) η τέλεση πράξης που αναφέρεται στο στοιχείο α) με δημόσια διάδοση ή διανομή φυλλαδίων, εικόνων ή άλλου υλικού,
γ) η δημόσια επιδοκιμασία, η άρνηση ή η χονδροειδής υποτίμηση της σοβαρότητας όσον αφορά εγκλήματα γενοκτονίας, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και εγκλήματα πολέμου, όπως ορίζονται στα άρθρα 6, 7 και 8 του Καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, και η οποία στρέφεται κατά ομάδας προσώπων ή μέλους ομάδας που προσδιορίζεται βάσει της φυλής, του χρώματος, της θρησκείας, των γενεαλογικών καταβολών ή της εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής όταν η συμπεριφορά εκδηλώνεται κατά τρόπο που είναι πιθανόν να υποκινήσει βία ή μίσος στρεφόμενο κατά μιας τέτοιας ομάδας ή μέλους μιας τέτοιας ομάδας,
δ) η δημόσια επιδοκιμασία, άρνηση ή χονδροειδής υποτίμηση της σοβαρότητας των εγκλημάτων τα οποία ορίζονται στο άρθρο 6 του Καταστατικού του Διεθνούς Στρατοδικείου που προσαρτάται στη συμφωνία του Λονδίνου της 8ης Αυγούστου 1945, η οποία στρέφεται κατά ομάδας προσώπων ή μέλους τέτοιας ομάδας που προσδιορίζεται βάσει της φυλής, του χρώματος, της θρησκείας, των γενεαλογικών καταβολών ή της εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, όταν η συμπεριφορά εκδηλώνεται κατά τρόπο που είναι πιθανόν να υποκινήσει βία ή μίσος στρεφόμενο κατά μιας τέτοιας ομάδας ή μέλους μιας τέτοιας ομάδας.
2. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέγουν να τιμωρούν μόνον συμπεριφορά η οποία είτε εκδηλώνεται κατά τρόπο που διαταράσσει τη δημόσια τάξη είτε έχει απειλητικό, υβριστικό ή προσβλητικό χαρακτήρα.
3. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, η αναφορά στη θρησκεία θεωρείται ότι καλύπτει, τουλάχιστον, συμπεριφορά η οποία συνιστά πρόσχημα για να κατευθύνονται οι πράξεις κατά ομάδας προσώπων ή μέλους τέτοιας ομάδας που προσδιορίζεται βάσει φυλής, χρώματος, γενεαλογικών καταβολών, ή εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής.
4. Κατά τη στιγμή της υιοθέτησης της παρούσας απόφασης-πλαισίου, ή αργότερα, οιοδήποτε κράτος μέλος έχει τη δυνατότητα να δηλώσει ότι θα τιμωρεί την πράξη άρνησης ή χονδροειδούς υποτίμησης της σοβαρότητας των εγκλημάτων που προβλέπονται στα στοιχεία γ) ή/και δ) της παραγράφου 1, μόνον εφόσον τα εγκλήματα που αναφέρονται στην εν λόγω παράγραφο έχουν αναγνωρισθεί με αμετάκλητη απόφαση εθνικού δικαστηρίου αυτού του κράτους μέλους ή/και διεθνούς δικαστηρίου ή με αμετάκλητη απόφαση διεθνούς δικαστηρίου μόνον.
Άρθρο 2
Ηθική αυτουργία, συνεργία και προτροπή
1. Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσει ότι η ηθική αυτουργία στην τέλεση πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία γ) και δ), τιμωρείται.
2. Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσει ότι η συνεργία και η προτροπή στην τέλεση πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 1 τιμωρούνται.
Άρθρο 3
Ποινικές κυρώσεις
1. Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσει ότι οι πράξεις που αναφέρονται στα άρθρα 1 και 2 τιμωρούνται με αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές ποινικές κυρώσεις.
2. Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσει ότι οι πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 1 τιμωρούνται με ποινικές κυρώσεις, το ανώτατο όριο των οποίων είναι ένα έως τρία έτη τουλάχιστον στέρησης της ελευθερίας.
Άρθρο 4
Ρατσιστικά και ξενοφοβικά κίνητρα
Για αδικήματα εκτός αυτών που αναφέρονται στα άρθρα 1 και 2, τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίζεται ότι τα ρατσιστικά και ξενοφοβικά κίνητρα θεωρούνται επιβαρυντικές περιστάσεις, ή, εναλλακτικά, ότι τα κίνητρα αυτά λαμβάνονται υπόψη από τα δικαστήρια κατά την επιμέτρηση της ποινής.
Άρθρο 5
Ευθύνη νομικών προσώπων
1. Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσει ότι νομικό πρόσωπο μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνο για τις πράξεις που αναφέρονται στα άρθρα 1 και 2, εφόσον οι πράξεις αυτές τελούνται προς όφελός του από οιοδήποτε πρόσωπο, το οποίο δρα είτε σε ατομική βάση είτε ως μέλος οργάνου του νομικού προσώπου και το οποίο κατέχει διευθυντική θέση στο πλαίσιο του νομικού προσώπου, με βάση τα ακόλουθα:
α) εξουσία αντιπροσώπευσης του νομικού προσώπου,
β) εξουσία να λαμβάνει αποφάσεις εξ ονόματος του νομικού προσώπου, ή
γ) εξουσία να ασκεί έλεγχο στο πλαίσιο του νομικού προσώπου.
2. Εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσει ότι νομικό πρόσωπο μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνο όταν η έλλειψη εποπτείας ή ελέγχου εκ μέρους του προβλεπομένου στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου προσώπου, καθιστά εφικτή την τέλεση πράξεων που αναφέρονται στα άρθρα 1 και 2 προς όφελος του συγκεκριμένου νομικού προσώπου από πρόσωπο που τελεί υπό την εξουσία του.
3. Η ευθύνη του νομικού προσώπου δυνάμει των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου δεν αποκλείει την άσκηση ποινικής δίωξης κατά φυσικών προσώπων τα οποία είναι αυτουργοί ή συνεργοί σε πράξεις που αναφέρονται στα άρθρα 1 και 2.
4. Ως "νομικό πρόσωπο" νοείται ο φορέας ο οποίος έχει την ιδιότητα αυτή δυνάμει του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου, με εξαίρεση τα κράτη ή τους άλλους φορείς δημοσίου δικαίου κατά την άσκηση δημόσιας εξουσίας και τους διεθνείς οργανισμούς δημοσίου δικαίου.
Άρθρο 6
Κυρώσεις κατά νομικών προσώπων
1. Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσει ότι το νομικό πρόσωπο που θεωρείται υπεύθυνο δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφος 1, μπορεί να τιμωρηθεί με αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις, στις οποίες περιλαμβάνονται οι χρηματικές ποινές ή πρόστιμα και, ενδεχομένως, άλλες κυρώσεις, όπως:
α) μέτρα αποκλεισμού από δημόσιες παροχές ή ενισχύσεις,
β) μέτρα προσωρινής ή μόνιμης απαγόρευσης άσκησης εμπορικής δραστηριότητας,
γ) επιβολή δικαστικής εποπτείας,
δ) δικαστική εκκαθάριση.
2. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν ότι το νομικό πρόσωπο που θεωρείται υπεύθυνο δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφος 2, υπόκειται σε αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις ή μέτρα.
Άρθρο 7
Συνταγματικοί κανόνες και θεμελιώδεις αρχές
1. Η παρούσα απόφαση-πλαίσιο δεν συνεπάγεται μεταβολή της υποχρέωσης σεβασμού θεμελιωδών δικαιωμάτων και θεμελιωδών νομικών αρχών, συμπεριλαμβανομένων της ελευθερίας της έκφρασης και της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι, όπως κατοχυρώνονται στο άρθρο 6 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση.
2. Η παρούσα απόφαση-πλαίσιο δεν συνεπάγεται υποχρέωση των κρατών μελών να λαμβάνουν μέτρα που αντιβαίνουν προς τις θεμελιώδεις αρχές τους σχετικά με την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι και την ελευθερία της έκφρασης, ιδίως την ελευθερία του τύπου και την ελευθερία της έκφρασης σε άλλα μέσα ενημέρωσης, όπως προκύπτουν από τις συνταγματικές παραδόσεις ή τους κανόνες που διέπουν τα δικαιώματα, τις ευθύνες και τις διαδικαστικές εγγυήσεις για τον τύπο ή άλλα μέσα ενημέρωσης, όταν οι κανόνες αυτοί αναφέρονται στον καθορισμό ή τον περιορισμό της ευθύνης.
Άρθρο 8
Έναρξη έρευνας και άσκηση δίωξης
Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσει ότι οι έρευνες σχετικά με πράξεις που αναφέρονται στα άρθρα 1 και 2 ή η δίωξή τους δεν εξαρτώνται από αναφορά ή καταγγελία του θύματος, τουλάχιστον στις σοβαρότερες περιπτώσεις κατά τις οποίες η πράξη έχει τελεσθεί στην επικράτειά του.
Άρθρο 9
Δικαιοδοσία
1. Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα απαιτούμενα μέτρα προκειμένου να θεμελιώσει τη δικαιοδοσία του σε σχέση με πράξη που αναφέρεται στα άρθρα 1 και 2, όταν η πράξη έχει τελεσθεί:
α) εν όλω ή εν μέρει στην επικράτειά του,
β) από υπήκοό του, ή
γ) προς όφελος νομικού προσώπου το οποίο έχει την έδρα του στην επικράτεια αυτού του κράτους μέλους.
2. Κατά τη θεμελίωση της δικαιοδοσίας του σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο α), κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσει ότι η δικαιοδοσία του καλύπτει τις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι πράξεις τελούνται μέσω συστήματος πληροφορικής και κατά τις οποίες:
α) ο δράστης τελεί την πράξη ενόσω είναι σωματικώς παρών στην επικράτειά του, ανεξάρτητα από το εάν η πράξη περιλαμβάνει υλικό που φιλοξενείται σε σύστημα πληροφορικής στην επικράτειά του,
β) η πράξη περιλαμβάνει υλικό που φιλοξενείται σε σύστημα πληροφορικής ευρισκόμενο στην επικράτειά του, ανεξάρτητα από το εάν ο δράστης τελεί την πράξη ενόσω είναι σωματικώς παρών στην επικράτειά του.
3. Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να μην εφαρμόζουν ή να εφαρμόζουν μόνο σε ειδικές περιπτώσεις ή συνθήκες, τον κανόνα δικαιοδοσίας που ορίζεται στην παράγραφο 1 στοιχεία β) και γ).
Άρθρο 10
Εφαρμογή και επανεξέταση
1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθούν με τις διατάξεις της παρούσας απόφασης-πλαισίου έως τις 28 Νοεμβρίου 2010.
2. Μέχρι την ίδια ημερομηνία, τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου και στην Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων με τις οποίες μεταφέρουν στο εθνικό τους δίκαιο τις υποχρεώσεις που τους επιβάλλονται δυνάμει της παρούσας απόφασης-πλαισίου. Έως τις 28 Νοεμβρίου 2013, το Συμβούλιο αξιολογεί, βάσει έκθεσης που θα καταρτίζεται με βάση τις πληροφορίες αυτές καθώς και γραπτής έκθεσης της Επιτροπής, τον βαθμό στον οποίο τα κράτη μέλη έχουν συμμορφωθεί με την παρούσα απόφαση-πλαίσιο.
3. Πριν από τις 28 Νοεμβρίου 2013, το Συμβούλιο επανεξετάζει την παρούσα απόφαση-πλαίσιο. Για την προετοιμασία της επανεξέτασης αυτής, το Συμβούλιο ερωτά τα κράτη μέλη εάν αντιμετώπισαν δυσκολίες κατά τη δικαστική συνεργασία σχετικά με τις πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1. Επιπλέον, το Συμβούλιο μπορεί να ζητήσει από την Eurojust να υποβάλει έκθεση σχετικά με το εάν οι διαφορές μεταξύ εθνικών νομοθεσιών οδήγησαν σε προβλήματα δικαστικής συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών στον τομέα αυτόν.
Άρθρο 11
Κατάργηση της κοινής δράσης 96/443/ΔΕΥ
Η κοινή δράση 96/443/ΔΕΥ καταργείται.
Άρθρο 12
Εδαφική εφαρμογή
Η παρούσα απόφαση-πλαίσιο εφαρμόζεται στο Γιβραλτάρ.
Άρθρο 13
Έναρξη ισχύος
Η παρούσα απόφαση-πλαίσιο αρχίζει να ισχύει την ημερομηνία της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Βρυξέλλες, 28 Νοεμβρίου 2008.
Για το Συμβούλιο
Η Πρόεδρος
M. Alliot-Marie
[1] Γνώμη της 29ης Νοεμβρίου 2007 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).
[2] ΕΕ C 19 της 23.1.1999, σ. 1.
[3] ΕΕ C 146 της 17.5.2001, σ. 110.
[4] ΕΕ L 185 της 24.7.1996, σ. 5.
[5] ΕΕ L 180 της 19.7.2000, σ. 22.
[The executive summary of the Report is available in english on the blog http://thetrim1.blogspot.com/ and the full report is available on http://works.bepress.com/nicos_trimikliniotis/ as "Racist and related hate crimes in Cyprus" by Nicos Trimikliniotis & Corina Demetriou]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου